Απόστολος Θηβαίος | Ένα ποιητικό κέντρο αποκατάστασης

Το έργο της Anna Coleman Ladd, που δημιουργούσε προσθετικά για στρατιώτες του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου που είχαν ακρωτηριασμό προσώπου.

Anna Coleman Watts Ladd,
το όνομά της απόψε παντού
μες στο γαλάζιο μου στενό

 

[Η Αμερικανίδα Anna Coleman Watts Ladd γεννήθηκε το 1878 στο Μάντσεστερ της Μασαχουσέτης και έφυγε για πάντα από τούτο το θέατρο το μακρινό 1939, πριν ο δεύτερος, παγκόσμιος πόλεμος την πληγώσει βαθιά. Βλέπετε αυτή η Αμερικανίδα που και εγώ την γνώρισα τυχαία στάθηκε πρωτοπόρος στην αποκατάσταση των παραμορφωμένων βετεράνων του Πρώτου Παγκοσμίου πολέμου]

¥

Η Άννα ξυπνά χαράματα, πίνει τον καφέ της, παίρνει αγκαλιά τα σχέδια της νύχτας και περπατά μέχρι το κέντρο αποκατάστασης. Θα΄πρεπε το βήμα της να΄ναι βαρύ, διστακτικό και όμως τα τακούνια της χτυπούν μες στους άδειους δρόμους, δίνοντας ρυθμό σε ακρωτήρια και αιώνες. Η Άννα ξυπνά τις αγορές, γεμίζει περιέργεια τους σαστισμένους οδηγούς που κρατούν χαμηλά τον φωτισμό τους. Τώρα που όλα τελειώνουν και η νύχτα μαζεύει τα υπάρχοντά της κανείς δεν χρειάζεται τα κίτρινα τα φώτα που σβήνουν σειρές ολόκληρες από κλεισμένα βλέφαρα. Η Άννα πατά μες στις λάσπες, σφίγγει το παλτό της γιατί μια τέτοια ώρα η άνοιξη έχει ένα πρόσωπο αγριεμένο. Στην αγκαλιά της, -ποτέ μην λησμονήσεις πόσες ψυχές κρατά στην αγκαλιά της η Άννα, ποτέ-, βαστά τα σκίτσα που θα σώσουν την ζωή του Άνταμ, του Τζο, του λοχαγού Μάικ Φεράντο  που ανατινάχτηκε μες σε ένα ρομαντικό σκαρίφημα κάποιου πολέμου. Ο Τζο από την άλλη έπνιξε την φωνή του και μεταμορφώθηκε σε παράξενο ερημίτη και αποσπερίτη που όλο ταξιδεύει, μακριά Τζο, μακριά από τους όλμους που πέφτουν βροχή πάνω στα αδέρφια σου.

Η Άννα τραβά μέσα από την πρωινή πάχνη. Σε λίγο θα τα κάψει όλα ο αμερικάνικος ήλιος που τίποτε δεν συγχωρεί και όλα τα βγάζει στην φόρα. Πλανόδιους, επιληπτικές καλόγριες, αγρότες με πονταρισμένο το βιος τους, ασθενείς, λυμφατικούς, τρελούς, δραπέτες και φυλακισμένους, τίποτε δεν κρύβει από την ασχήμια. Και όμως εσύ Άννα, γλυκιά Άννα Κόλμαν Αντ δουλεύεις πάνω στην δεύτερη ευκαιρία του Άνταμ, του Τζο, του ηρωικού λοχαγού Μάικ Φεράντο και είναι οι τρεις τους καρφωμένοι εμπρός στο παράθυρο ώσπου να φανείς και να πάρει ζωή αυτό το παράξενο κύκλωμα που φροντίζει το τραυματισμένο τους πρόσωπο. Άννα Κόλμαν Αντ οι βετεράνοι της κόλασης του Ειρηνικού πέφτουν εμπρός στις γόβες σου και ανάβουν θαρρείς το αλέγκρο μέρος μιας σονατίνας. Πέφτουν εμπρός σου σαν απελπισμένοι, φιλούν τα χέρια σου, Άννα Κόλμαν Αντ δώσε μια εντολή στους τεχνικούς, φτιάξε το ολοκαίνουριο πρόσωπο του Άνταμ και του Τζο, αφού ο λοχαγός Φεράντο βγήκε απόψε για πάντα παγανιά μες στα άστρα.

¥ 

[Με επιμονή και πενιχρά, τεχνολογικά μέσα η Watts χάρισε λίγη ελπίδα σε πλήθος σημαδεμένων στρατιωτών που υπό άλλες συνθήκες και δίχως την συνδρομή της θα ήταν αναγκασμένοι να ζουν μες στην απομόνωση. Και όμως αυτή η Αμερικανίδα που το 1932 τιμήθηκε με το μετάλλιο της Λεγεώνας της Τιμής από την γαλλική δημοκρατία  έθεσε τις βάσεις για την καθιέρωση της αναπλαστικής, ιατρικής επιστήμης και κατόρθωσε, έστω για λίγο να νικήσει τις φοβερές συνέπειες του αιματηρού και αποτρόπαιου πρώτου Μεγάλου Πολέμου]

¥

Οι νοσηλευτές είπαν πως του λόγου του είχε πια χάσει και την παραμικρή ικμάδα της ζωής που γεμίζει με το υλικό της τις πτυχώσεις του κόσμου. Περί τις πέντε πρωινή, όταν η Άννα ανοίγει τα μάτια της ο λοχαγός με τα λαδιά κάποτε μάτια, τράβηξε για άλλους μεσημβρινούς. Σαν άσμα ασμάτων ανηφόρισε τον μεγάλο ποταμό που βγάζει στις χρυσές πολιτείες, κανείς δεν ξέρει. Εκεί λοχαγέ μπορείς να αποκοιμηθείς ήσυχος, εκεί τα πουλιά πετούν ξεστρατισμένα πια, οι ζωές έχουν δείξει το αληθινό τους πρόσωπο και φέγγουν μες στις γειτονιές που κυματίζουν, πάνω στα χέρια των αγγέλων με μάτια ψηφιδωτά. Αντίο λοχαγέ Φεράντο, ώρα σου καλή γενναίε μου, δώσε μια απόκριση στους φίλους εκεί πέρα. Θα τους βρεις να σεργιανούν απάνω σε τύμβους ποιητών, ανάμεσα σε κοπάδια άγριων ίππων που γεννιούνται μέσα από νερά και περιβόλια του μυστικού και του ανείπωτου, δεν έχει σημασία.

Σήμερα είναι η μεγάλη μέρα του Τζο. Είναι δεν είναι είκοσι χρονών και έχει ακόμη μπόλικη θέληση. Ο πόλεμος δεν του πήρε τα πάντα, το Βερολίνο την άνοιξη είναι υπέροχο λέει και ελπίζει πως ο κόσμος εκεί έξω, μια μέρα σαν και αυτή, μια καλή και λαμπερή μέρα, θα του επιστρέψει και με το παραπάνω τα χαμένα παιδικά του χρόνια. Μα ως τότε πρέπει να βρει ένα άλλο πρόσωπο, ένα ζευγάρι καινούρια χείλη, αλλιώς πάει χαμένος. Βλέπετε εκείνος ο όλμος οπλίστηκε σαν από πείσμα μόλις πλησίασε ο νεαρός, κάνοντας κομμάτια τα όνειρα και τα χαρακτηριστικά του. Πέρασε μερικούς εφιαλτικούς μήνες, έγινε φίλος με την μορφίνη και για μια στιγμή πίστεψε πως θα χαθεί με τον πρώτο άνεμο. Και όμως θυμάται σαν τώρα, τις κίτρινες λυσιμαχίες, το πρώτο πράγμα που αντίκρισε όταν πια ξύπνησε. Αλλοτινή ομορφιά, θυμάται, αν ήταν κορίτσι εκείνη η φωτογραφία θα΄ταν κάποια σε πόζα Στέλλας Γκαστέλε, στολισμένη μόνο με φως και πίστη. Έφθασε εδώ πριν μερικούς μήνες.

¥

[Ετούτη η ιστορία δεν είναι αληθινή μα αυτό δεν σημαίνει πως κάποτε η Άννα δεν χάρισε λίγη ζωή ακόμη σε κάποιον άτυχο στρατιώτη με μονοσύλλαβο όνομα. Αυτή η ιστορία σας ζητά να γνωρίσετε την Anna Coleman Watts που έδωσε έναν άλλο πόλεμο και τον κέρδισε για λογαριασμό τόσων και τόσων]

¥

Η Άννα από την αρχή του υποσχέθηκε πως σε λίγο καιρό θα΄χει ένα ολοκαίνουριο πρόσωπο. Και θα αφήνει σε κάθε λίμνη, σε κάθε ρυάκι μια ζωγραφιά του καινούριου του εαυτού. Σε λίγο η Άννα θα φέρει το καινούριο πρόπλασμα. Μερικές διορθωτικές κινήσεις και σε ένα μήνα από την τελική δοκιμή ο Τζο θα μπορεί να επιστρέψει στο χωριό του. Οι φίλοι θα του σφίξουν τα χέρια, τώρα και πάντα όλοι θα λένε πως σε τούτα τα μέρη γεννήθηκε ένας μικρός ήρωας. Και το λουλούδι του σώθηκε, ο κόσμος φόρεσε, λέει φτερά πεταλούδας και έγινε αυτό που ονειρευτήκαμε βαθύτερα μια νύχτα παλιά και εφηβική. Όλα τα χρωστά στην Άννα, την Άννα Κόλμαν Αντ που αφιέρωσε την ζωή της στους βετεράνους, στα παιδιά της πικρής μπαλάντας που διψούν για το άρωμα της ζωής περισσότερο από ποτέ, περισσότερο από τον καθένα μας.

 Κάνε κουράγιο Τζο, διαθέτεις ακόμη τόση ομορφιά που αρκεί για τον έρωτα, Τζο άκου τις μουσικές εκεί έξω, ο κόσμος είναι καλός αν το θέλει και φυλά μια θέση για σένα κάπου εκεί, Τζο με ακούς. Και απέξω περνούσε η μικρή, λιτή πομπή του λοχαγού Μάικ Φεράντο που οδηγείται στην τελευταία του κατοικία. Στο μνήμα τον παραστέκουν δύο δεκανείς και την κρίσιμη στιγμή θα πυροβολήσουν στον αέρα γεμάτοι τιμή, ακριβώς όπως ο ποιητής εξαπολύει προς την πολιτεία ένα δυο λόγια αγάπης, δίχως λόγο, χωρίς απόκριση. Ο Τζο αποστρέφει το βλέμμα του από εκείνο το μέρος που ο θάνατος έριξε τις τελευταίες του λόγχες. Αντίο λοχαγέ Μάικ Φεράντο, συλλογίστηκε ο Τζο και κοίταξε την Άννα, τον πιο αδιανόητο και καλό Θεό αυτού του κόσμου, του δικού του κόσμου.

Η Άννα Κόλμαν Αντ φτιάχνει τον παράδεισο του Τζο και είναι όλα ποιητικά μες στο κέντρο αποκατάστασης, οι άνθρωποι σημαδεμένοι από την λειτουργική αποφασιστικότητα ενός καινούριου, μοντέρνου κόσμου, προικισμένοι με ομορφιά και αθωότητα φροντίζουν τους βετεράνους, ανατρέφουν, λέει την ελπίδα τους.

Απόστολος Θηβαίος