Νικόλαος Κοντουδιός | Κυκλάδες

© Κωνσταντίνος Μάνος

Εκπηγάζει  το άδετο  δάκρυ από το βάθος των κυκλικών ματιών. Σαν το ποτάμι των λουλουδιών που βγαίνει τσάρκα διολισθαίνει  στις  ακτές των δύο ηπείρων και των παντέρημων θαλασσών. Κυκλάμινα και μύρτιλο και ανεμώνες χαϊδεύουν τα αδόξαστα κύματα και μας οδεύουν ολοταχώς  μέσα σε ένα αέναο κύκλο για την γαλάζια μας πατρίδα. Στον πυρήνα αυτό του σπηλαίου πρωτογεννάτε της γης  δάκρυ, σμιλεύει το άυλο χρώμα του και παίρνει την πικρή του  γεύση πάνω στις σκιές των ριζών που έχει η αστραπή  της σύλληψης. Στρόβιλος στην καταχνιά  έρχεται  στου ανέμου την δίνη για να κάμει συντροφιά  λίγο το  γυμνό φως να λάμψει δια της αντανάκλασης να φέξει και τους άλλους δρόμους στα  ανήλια  μονοπάτια που ξεγλιστρούν στα σκοτεινά καλντερίμια.  Πόσα αμέτρητα σκοτάδια το γήτεψαν μετά από κάθε σούρουπο . πόσα όνειρα του φίλεψαν με γλυκά του κουταλιού πάνω στα χείλι, πόσα καρβέλια από σιταρένιο ψωμί στο χέρι του μοίρασαν ανθρώπου σάρκα,  πόσοι αγαλμάτινοι ουρανοί το πέτρωσαν στην ακινησία του βράχου σε έναν φάρο μαλαματένιο από λίθο παριανό ; Όλα από το ίδιο  δάκρυ της καμωμένα και κύκλωσε η μοίρα την άσβηστη αγκαλιά του κόσμου.

 Ω της Μήλου θεά στην αφρώδη πορφύρα  συλημένη άπλωσε το χέρι στο ολοστρόγγυλο στήθος σου χάιδεψε την ρώγα του έρωτα σου. Αμάλγαμα των νευρικών σειρήνων του βυθού στις απλωμένες  απολήξεις του απείρου γύρω από την Δήλο ουρλιάζουν οι λέοντες στήνουν χορό οι Πελασγοί τρέχουν οι Τρώες πίσω στην καταιγίδα.   Δεν σου μιλώ πια για τα δάκρυα που στέρεψαν τα παλιά αλλά για εκείνα που θα έρθουν με την  γκίνια της κάθε άνοιξης στο πλευρό σου   και που θα σαλέψουν  επάνω ξανά στον κρατήρα τον πυρωμένο από την μέθη της νέα σου ομορφιάς που θα σε τυλίγει σαν το ήμερο  φίδι. Αγκάθινο στεφάνι της λύπης ξέγνοιαστες εαρινές ισημερίες του ήλιου που  δρασκελίζουμε την φωτιά πάνω από την κάφτρα  της πατάμε με τα γυμνά πέλματα. Καιγόμαστε στην φλέγουσα κόκκινη άμμο και όσοι δεν το αισθάνθηκαν  ας τρέξουν να κοιτάξουν τους ραγισμένους  καθρέφτες και να καταπιούν κατάματα την αλήθεια γυμνή και ατημέλητη  τριγυρνάει μέσα στο δάσος με τα λεμόνια. Όπως αυτή ξυπνάει  στους μαύρους κύκλους που απλώνει τα λευκά πανιά και θωπεύει τον νου με οπτασίες.  Γύρω από τα μάτια μένει  σιωπηλός ο χρόνος που πέρασε. Στείβει το κίτρινο λεμόνι μέσα στο κρασί της πορφύρας η βαθιά καλντέρα της θάλασσας. Εκεί στον γκρεμό θε να ισορροπήσουν τα φιλιά με τους ανέμους και την κρυστάλλινη φωτιά να σε κάψουν. Αποτέφρωσης στο φως. Μην ματαιοπονείς άλλο. Κυκλάδες και ένα καράβι  που σε ρυτιδώνει με τα πελάγη και τα νησιά επάνω στο δέρμα σου σκούριασαν  ολόδροσα οι  μνήμες του κύκλου.

* * * * * *


Ο Νικόλαος Κοντουδιός γεννήθηκε στην Ρόδο στις 24 Ιουνίου 1975. Aποφοίτησε από το Καζούλειο Λύκειο το 1993. Σπούδασε στην Αθήνα Οπτική Επικοινωνία και εργάστηκε στον ιδιωτικό τομέα στον κυριακάτικο τύπο στο τμήμα σελιδοποίησης και σχεδίασης. Ακολούθως παρακολούθησε επιτυχώς τους ολοκληρωμένους κύκλους  μαθημάτων MOOCS. «Αρχαία Ελληνική φιλοσοφία από τον θαλή στον Αριστοτέλη» και «Αριστοτελική Ηθική» και «Πλάτων» στο   Ιδρύμα  Σταυρός Νιάρχος (Mathesis).  Τα πιστοποιημένα προγράμματα στην «Ηθική Φιλοσοφία και Βιοηθική», «Ιστορίας της Φιλοσοφίας και Φιλοσοφία των επιστημών» και τον κύκλο βιωματικού σεμινάριου «Δημιουργικής Γραφής και Αυτογνωσίας» του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και  δύο αντίστοιχα σεμινάρια ακόμη  δημιουργικής γραφής  του Διεθνούς Κέντρου Συγγραφέων και Μεταφραστών Ρόδου. Δημοσίευσε το 2017 την πρώτη του ποιητική συλλογή «έξω χρόνος – Τime out» σε  ηλεκτρονική μορφή στην διεθνή πλατφόρμα της ‘Joomag’. Έχει γράψει το διήγημα «Αναμμένα Μαγκάλια» το οποίο διακρίθηκε με το Α΄ βραβείο στον σχετικό διαγωνισμό και συμπεριλαμβάνεται στο ανθολόγιο διηγημάτων Ρόδος «Ιστορίες του τόπου μας» από τις εκδόσεις iwrite.  Τα τελευταία τρία  χρόνια είναι ενεργό μέλος της ομάδας της δημιουργικής γραφής «Αγέρι Γραφής» του Διεθνούς Κέντρου Συγγραφέων και Μεταφραστών Ρόδου. Στο εργαστήριο του  δημιουργεί ταυτόχρονα εικαστικές συνθέσεις γλυπτικής και χειροτεχνίας. Zει και εργάζεται μόνιμα στη Ρόδο.