Ρεπορτάζ

Η Ίρμα και ο Πέρι απαντούν με χάρη.
Και οι δυο τους ήρθαν απρόσκλητοι στην ιστορία,
δεν συστήθηκαν, η γλύκα τους ήταν εκείνη
που κέρδισε για λογαριασμό τους αυτήν την ευκαιρία.

 

Ο ρεπόρτερ είναι νέος, γεμάτος ενέργεια και απολύτως εναρμονισμένος με τους συναδέλφους στο στούντιο. Όλοι τους έχουν βαλθεί να κάνουν την ζωή μας καλύτερη και μόνο για αυτό τους συγχωρούμε. Ο ρεπόρτερ διαθέτει μερικούς άσσους στο μανίκι του. Πάει να πει, την κρίσιμη στιγμή βγάζει τη γραβάτα του με τρόπο που μαρτυρά ώρες προετοιμασίας. Και για να πούμε την αλήθεια πρέπει να έχει κανείς στόχους για να αντέξει τους τοίχους που πέφτουν επάνω του. Όπου και να πάει σε εκείνα τα εξήντα τρία τετραγωνικά η ίδια πλήξη. Έτσι έμαθε να εκτελεί με χάρη αυτό το τρικ που επιβραδύνει την αγωνία του θεατή και εντυπωσιάζει τους συναδέλφους και μάλιστα φέρνει μια ξαφνική αύξηση, κατακόρυφη τη λένε, στις μετρήσεις τηλεθέασης. 

Το σημερινό θέμα έχει τίτλο «πείτε μας μια βρώμικη λέξη». Φυσικά, η πορνογραφία της εποχής μας επιβάλλει αρκετές κλισέ απαντήσεις μα και πάλι η νοστιμιά και η ευφυΐα μερικών βεβαιώνουν πως εκεί έξω δεν είναι τελειωμένη η παρτίδα. Ο ρεπόρτερ χαμογελά, τα κορίτσια πια δεν γοητεύονται έτσι εύκολα, μερικές χαμογελούν και γλιστρούν στη σχισμή του δρόμου, αφήνοντας το άρωμα και το δέος της παρουσίας τους. Μα κάποτε είναι τόση η θλίψη μερικών κυρίων που χάνει το κέφι της ακόμη και η ´Ίρμα του πικρού τραγουδιού. Μα φθάνουν για τώρα όλα αυτά, διακοσμήσεις θα πείτε, περιττές, έξω μόνο από τη διαμόρφωση του σκηνικού, έτσι για να νιώσει κανείς οικεία αυτή τη δίχως σκοπό ιστορία. Ο ρεπόρτερ ορμά και…

Ρεπόρτερ: Καλημέρα, (όλο το στούντιο μαζί επαναλαμβάνει), πείτε μας μια βρώμικη λέξη που σας έρχεται στο μυαλό.

(Ο κύριος φέρει δερμάτινη τσάντα, μοιάζει πολυάσχολος, χτυπάει φιλικά στον ώμο τον ρεπόρτερ και μπουκάρει στο ταξί. Φυσικά χάνεται. Ο ρεπόρτερ, επαναλαμβάνει την ερώτηση σε έναν νεαρό. Βαριεστημένα ο τυχαίος εκείνος νέος απαντάει με τρόπο.)

Νεαρός: Δεν υπάρχουν βρώμικες λέξεις παρά μόνον βρώμικοι άνθρωποι.

Ρεπόρτερ: Τρίπλα ο κύριος! Μα πείτε μου, έτσι εμπιστευτικά μια βρώμικη λέξη που λερώνει ακόμη περισσότερο την πιάτσα εδώ έξω.

Νεαρός: Χρήμα.

Ρεπόρτερ: Ευχαριστούμε τον φίλο μας! Και συνεχίζουμε με την δεσποινίδα ή μάλλον καλύτερα, την κυρία.) Καλημέρα σας, πείτε μας μια βρώμικη λέξη. Την πρώτη που θα σκεφτείτε.

Ίρμα: Το φιλί.

Ρεπόρτερ (με ενδιαφέρον και μια διακριτική δυσαρέσκεια) Το φιλί, είπατε;

Ίρμα: Ναι, το φιλί. Πρέπει πάντα να κοιτάς γύρω σου για στρατιώτες. (εμπιστευτικά και εκείνη) Είναι από εκείνους του μπελάδες που προξενούν οι έρωτες, κύριε. (χάνεται καθώς ανάβει το πράσινο και το ανθρώπινο κοπάδι προχωρεί γυρίζοντας σαν τους ακροβάτες ετούτη εδώ τη σφαίρα την ξέφρενη.)

Ρεπόρτερ: Εσείς; Έχετε στο νου σας μια βρώμικη λέξη; Μιλώ για την πιάτσα, τον κόσμο εδώ έξω.

(Γύρω στα τριάντα, καλοκαιρινό πουκαμισάκι, στο φόντο «Κουμπιά, βελόνες, αγκράφες», από εκείνους τους τύπους που σαν από ένστικτο ξέρουν να φερθούν κατάλληλα σε όλες τις περιστάσεις. Τον λένε Πέρι, είναι γλυκύτατος και υπομονετικός, ετοιμάζεται να παντρευτεί, δεν το έχει αποφασίσει ακόμη μα η Φιόνα καθόρισε την ημερομηνία και κάτι τέτοια δημιουργούν τετελεσμένα απαραβίαστα.)

Πέρι: Η πιο βρώμικη λέξη είναι τα λεφτά που αλλάζουν χέρια όλη μέρα και όλη νύχτα και στιγμή δεν ξαποσταίνουν. Μα έτσι που το λογαριάζω (ο ρεπόρτερ έπιασε την καλή, αυτός ο τύπος θα δικαιώσει την ιδέα του), ακόμη πιο βρώμικη λέξη είναι η ελπίδα. Ναι, θα συμφωνήσω με τον εαυτό μου (ο ρεπόρτερ γελά με την ψυχή του και όλοι μαζί στο στούντιο κάνουν το ίδιο, ανακουφισμένοι που διεκόπη εκείνη η νωθρότητα και τώρα οι δείκτες ξεχύνονται και τα τηλέφωνα κουβαλάνε συγχαρητήρια, μπράβο και τα ρέστα), θα συμφωνήσω πως η ελπίδα φαντάζει τόσο λερωμένη. Σαν εκείνα τα εγκαταλειμμένα σπίτια που ανοίγουν μετά από δεκαετίες και ένα παράξενο στρώμα χρόνου αναδύεται από τα μωσαϊκά και τις λαδομπογιές, ένας κόσμος μνήμης, σφραγισμένος. Εδώ και εκεί το σχήμα των ανθρώπων, μα στα αλήθεια κανείς και τίποτε. Πάνω στην ελπίδα σκουπίζουν τα χέρια τους οι μηχανικοί του κόσμου, είναι εκείνο το στουπί που συγκρατεί όλο το γράσο και το μηχανόλαδο που ξερνά η μηχανή του κόσμου. Η ελπίδα στην πραγματικότητα, θυμίζει ξεδοντιασμένο κινητήρα με βγαλμένα εντόσθια, στρόφαλους και μπίλιες. Την έχουν παρατήσει στο βάθος του μαγαζιού, όλο κάποιο εξάρτημα περιμένουν, κάτι αναγκαίο που δεν έρχεται κύριε. Δεν θα δουλέψει ποτέ και αν καμιά φορά ένας πελάτης την πλησιάζει για να παζαρέψει την τιμή της, το αφεντικό λέει πως δεν αξίζει και αυτός δεν κλέβει τους πελάτες και άλλα τέτοια. (στο στούντιο όλοι κουνάνε τα κεφάλια ρυθμικά, σε μια συγχρονισμένη κατάφαση. Και ο ρεπόρτερ σοβάρεψε επαληθεύοντας την υποψία που τον ήθελε κατάλληλο και για κάποιο θέμα υψηλής σοβαρότητας ή τουλάχιστον επαρκή για το φαιδρό, κομματικό ρεπορτάζ. Ο Πέρι έστριψε στην οδό παρακάτω και έγινε μεμιάς ανάμνηση. Καλή τύχη Πέρι είπαν όλοι μαζί και ο ρεπόρτερ έκλεισε το ρεπορτάζ.)

Ρεπόρτερ: Αυτά λοιπόν από τους δρόμους της πόλης. Και τώρα περνούμε στα παιδιά του στούντιο 

(και ευθύς η κάμερα δείχνει το πάνελ συγκινημένο, ένας κουστουμαρισμένος εμφανίζεται ανάμεσά τους, λέει «μπράβο, τα πάτε υπέροχα» και χάνεται με αργό βήμα, παίζοντας με τα ψιλά στην τσέπη του. Ο ρεπόρτερ φτιάχνει το μακιγιάζ του, παραγγέλνει εσπρέσο, γερνά και καταξιώνεται. 

Ο Πέρι χτυπήθηκε από ένα ημιφορτηγό στην από κάτω διασταύρωση. Η Ίρμα παντρεύτηκε, νοσηλεύτηκε μερικές μέρες και έπειτα αποφάσισε να ταξιδέψει για αρκετό καιρό, στέλνοντας μετά από μήνες τα χαρτιά του διαζυγίου. Όσο για τη βρώμικη λέξη, κανείς δεν την βρήκε ποτέ, ίσως επειδή όλα λερώθηκαν πια και οι λέξεις δεν αποτέλεσαν εξαίρεση. Και «ας ρίξουμε χαρτωμένη τα υφάσματα» ο κόσμος, να το ξέρεις πως δεν αλλάζει, μόνο λερώνεται και αρρωσταίνει. Η Ίρμα όλο αυτό το βρίσκει χαριτωμένο και κοκκινίζει με τα χέρια της στην ποδιά σφιγμένα, λογαριάζοντας την περίσταση σαν ένα άκρως κολακευτικό φλερτ.) Ο ρεπόρτερ έπιασε, καθώς λένε την καλή.

Α.Θ