The Stooges | I wanna be your dog,1969

Punk me

Το 1969 συνέβησαν μερικά τραγικά γεγονότα. Ο Μάης ξέφτιζε όμως κάτι άλλαζε και ο κόσμος έπαιρνε το ρίσκο του. Ωστόσο, αυτό το σημείωμα δεν διαθέτει καθόλου κέφι να γράψει για άλλα πράγματα. Για τον Νιλ που βαδίζει εκεί επάνω, για τον Όττο και την βερολινέζικη, σκληρή του λαογραφία που για πάντα σωπαίνει. Για τον Στρατή Μυριβήλη και τον Τζακ Κέρουακ που κατοικούν πλάι σε ρυθμούς, θεωρήματα και το άφθαρτο. Κουβέντα για τις σφαγές στην Μι Λάι, για τις αμερικάνικες βόμβες που ισοδυναμούν με το ουρλιαχτό διακοσίων πενήντα χιλιάδων παιδιών, για τα μολυβένια χρόνια στις πιάτσες της παλιάς αυτοκρατορία, για την εγχώρια, κατεστημένη ντροπή μας. Τίποτε περισσότερο από την ιστορία της Λίζα που την χωρίζει μια άβυσσος με τους δρόμους της πατρίδας της, με το άστρο της που φεύγει.

Ο Άνταμ και Λίζα και ο Ρεξ, όλοι μαζεύονται στο μπιλιαρδάδικο Έβανς. Με τα εξεζητημένα χτενίσματά τους, τα φθαρμένα δερμάτινα, τις ζωγραφιές τους τρομοκρατούν το καλό και ειρηνικό πλήθος της Prince Street. Ο άνθρωπος του επισκόπου περνά, στέκει λίγο. Πίσω του βρώμικα συνθήματα υπέρ της Νταντί που ήρθε εδώ και κέρδισε με το σπαθί της. Ο άνθρωπος του επισκόπου, αυτός που για να φανταστείτε ακριβώς, θύμιζε τους άνδρες της ασφάλειας που καραδοκούν σε κάθε γωνιά και νουθετούν τα αγόρια στα γόνατά τους, φώναξε κοντά του τον Άνταμ. Εκείνος πλησίασε, έφτυσε καταγής, Άνταμ, εσύ ήσουν καλό παιδί και τρυφερό. Ανατράφηκες με τις αρχές του Χριστού, λησμόνησες Άνταμ και ο νεαρός φτύνει δεύτερη φορά καταγής και τραβά το χέρι του απότομα.

Ο άνθρωπος του επισκόπου φεύγει ανεμίζοντας, πρώτα εκείνος, ύστερα το κοστούμι του, ατημέλητη η  πίστη Άνταμ, τι τα θες. Ο δρόμος είναι κατάμεστος, τα χαμίνια πηγαίνουν για τα θελήματα, μερικοί νεαροί κοιτάζονται νευρικά, ο αστυνόμος φθάνει και η ιστορία παίρνει τέλος. Μερικοί πλανόδιοι μουσικοί δουλεύουν για τα τρία δάχτυλα ουίσκι που είναι όλη και όλη η ζωή τους. Μερικοί πλανόδιοι μουσικοί παίζουν με την ψυχή τους. Οι απομιμήσεις τους είναι κακές, όμως για την Prince Street τούτο δεν σημαίνει τίποτε απολύτως, επειδή με τα φώτα και τους πελάτες της και τον ωραίο καιρό της η οδός παρελαύνει προς το τέλος της δεκαετίας, ω ναι, το πολυφορεμένο τέλος.

Πλησιάζουν κάποιοι, πουλάνε εισιτήρια, κάπως ακριβότερα, ωστόσο, ποια ιστορία είχε τέλειο τέλος. Η Λίζα κουλουριάζεται στην είσοδο του εμπορικού. Έχει τραβήξει την προσοχή μερικών αστυνομικών, από στιγμή σε στιγμή θα ζητήσουν τα χαρτιά της. Και η Λίζα έχει μια κάπως απότομη συμπεριφορά και η βραδιά μπορεί να εκτροχιαστεί. Ο Ρέι σεργιανάει πάνω κάτω τον δρόμο και είναι ένας πρίγκιπας σωστός, μια λεπτομέρεια της Prince Street που στέκει πέρα από το το ή εσύ ή εγώ. Ο Ρέι λατρεύει την μουσική του, το φθαρμένο μπλουτζήν του και τον Ρόρυ Γκάλαχερ. Γνωρίζει όλα τα τραγούδια του και μερικές φορές που ο νους του πάει να διαλυθεί τρέχει στο παλιό εργαστήρι και δοκιμάζει τις καινούριες κιθάρες. Είναι ο καλύτερος παίχτης αμερικάνικου μπιλιάρδου και απολύτως χρεοκοπημένος. Ωστόσο ο Ρέι είναι πρίγκιπας, τελευταίος από την χρυσή σειρά κάποιου δουκάτου. Ένα χρυσό αγόρι φτιαγμένο από τους έρωτες που τραγουδά η Έλεν Μέριλ.

Μαύρα σημάδια που πλησιάζουν, η Λίζα ηλεκτρίζεται σαν να νιώθει τον άσχημο καιρό. Ο Ρέι είναι πρίγκιπας και πλησιάζει αριστοκρατικά, βέβαιος πως θα νικήσει. Εδώ και τώρα ο Άνταμ σφυρίζει ένα παλιό, παιδικό σκοπό και η Prince Street μυρίζει καταιγίδα. Στον ορίζοντα χορεύουν χλομά νερά, τίποτε δεν είναι βέβαιο. Οι φιγούρες κάνουν την αποφασιστική τους κίνηση και η ζωγραφιά παίρνει μπρος. Ο άγριος Απρίλης πλησιάζει με ολόλευκα άρμενα, δίχως καμιά υποψία.

Ούτε λόγος Άνταμ, ούτε λόγος, ψιθυρίζει ο άνθρωπος του επισκόπου από μακριά πια. Θα πρέπει να κάνεις την δουλειά σου, όμως η Λίζα δείχνει ήσυχη, σε συστολή, σαν να περιμένει ένα μωρό και τα λόγια τα παίρνει ο άνεμος. Τριγύρω βοούν εμπρηστικά συνθήματα και οι άνθρωποι άγγελοι, ο Ρέι, ο Άνταμ στέκουν απόμακροι, έτοιμοι να μιλήσουν με την γλώσσα που γνωρίζουν καλύτερα, την γλώσσα των παιδιών Άνταμ, την γλώσσα των παιδιών.  

Η Λίζα που δίνει τα χαρτιά της, ο Ρέι, ο Άνταμ και ο άνθρωπος του επισκόπου. Ο καθένας από τον δικό του δρόμο παρατηρεί την σκηνή. Η Λίζα τραβούσε στον έρωτα, κανείς δεν θα μπορούσε να κερδίσει περισσότερο από εκείνη την ζωή της. Όμως η Prince Street χρειάζεται μπόλικο δράμα για να γυρίσει. Χρειάζεται τις αισθήσεις μας και την μοίρα μας την ίδια για να υπάρξει.

Ένα από τα κορίτσια του Ματίς κείτεται νεκρό, λινός αδειανός μουσαμάς, ο ζωγράφος ουρλιάζει, γκρεμίζει το εργαστήριό του και η Λίζα είναι μια κόκκινη γραμμή ανάμεσα στην Prince Street και τον άλλο κόσμο. Οι μοντέρνες ταπισερί, της διπλής, φριχτής όψης που μας θέλουν σκυλίσια να τις λατρεύουμε και να πονούμε.

Α. Θ.