Μπέρτολτ Μπρεχτ | Σπίτι του όποιος μένει, όταν αρχίζει ο αγώνας

Σπίτι του όποιος μένει, όταν αρχίζει ο αγώνας κι αφήνει άλλους για την υπόθεσή του να παλέψουν, πρέπει να ξέρει (για να ‘ναι προετοιμασμένος) ότι όποιος επήρε μέρος στον αγώνα την ήττα αναγκαστικά θα μοιραστεί στο τέλος. Και κάτι άλλο: ουδέποτε εν τέλει αποφεύγει τον αγώνα όποιος θέλει τον αγώνα ν’ αποφύγει- καθώς για του […]

Μπέρτολτ Μπρεχτ | Το κάψιμο των βιβλίων

Όταν διέταξε το καθεστώς να καούν δημοσίως τα βιβλία με βλαβερό περιεχόμενο, και έπρεπε χίλια βόδια ν’ αναγκάζονται να σέρνουν κάρα ολόκληρα γεμάτα ως απάνω με βιβλία στους τόπους της καύσης, ένας κυνηγημένος ποιητής, απ’ τους καλύτερους, ανακάλυψε έκπληκτος εκεί που μελετούσε εμβριθώς τον σχετικό κατάλογο πως τα βιβλία τα δικά του είχαν μείνει έξω. […]

Thomas Bernhard | Τίποτα δεν ξέρεις, αδερφέ μου, για τη νύχτα

Τίποτα δεν ξέρεις, αδερφέ μου, για τη νύχτα, τίποτα γι’ αυτόν τον πόνο που μ’ έχει εξαντλήσει, όπως κι η ποίηση που κουβαλούσε την ψυχή μου, τίποτα για τ’ απογεύματα, για τους αμέτρητους καθρέφτες, που θα με πετάξουνε στην άβυσσο. Τίποτα δεν ξέρεις, αδερφέ μου, για τη νύχτα, που έπρεπε να διασχίσω σαν να ‘ταν […]

Μπέρτολτ Μπρεχτ | ΚΑΝΤΑΝΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΩΤΟΜΑΓΙΑ

1 Τήν Πρωτομαγιά τοῦ 1935 στή Νέα Ὑόρκη ὁ νέγρος Μπιλ Γούντ, παρ’ ὅλο πού ἦταν 64 χρονῶ καί ἄρρωστος, βοήθησε στή διαδήλωση τῶν ἐργατῶν νά σηκωθεῖ ἕνα πλακάτ μέ τήν ἐπιγραφή «Ὑπερασπιζόμαστε τή Σοβιετική Κίνα!». Ὅπως προχώραγε ἡ πορεία ἀντίθετα στόν άνεμο, πήγανε δυό ἄντρες δίπλα σ’ ἀυτόν πού κουβαλοῦσε τό πλακάτ να το […]

Edgar Allan Poe | ΖΑΚΥΝΘΟΣ (“Το Zante”, 1836)

ΩΡΑΙΟ ΝΗΣΙ πού ἀπ’ τ’ ὀμορφότερο ἄνθος τό τρυφερό σου τ’ ὄνομα ἔχεις πάρει! Τῶν φωτεινῶν ὡρῶν μας πόσες μνῆμες ὅταν σέ βλέπω μέσα μου ξυπνᾶνε! Πόσες στιγμές χαμένης εὐτυχίας καί τῶν νεκρῶν ἐλπἰδων πόσες σκέψεις καί πόσα ὁράματα τῆς κόρης πού ἦταν στίς σμαραγδένιες κάποτε πλαγιές σου! Καί πιά ποτέ! Λέξη θλιμμένη πού ὅλα […]

Octavio Paz | Ηλιόπετρα

  περνῶ  ἀπ’ τό σῶμα σου σάν ἀπ’ τόν κόσμο, εἶναι ἡ κοιλιά σου ἡλιόλουστη πλατεία, τά στήθη σου ναοί ὅπου τελοῦνται τοῦ αἵματος τά παράλληλα μυστήρια, σάν τόν κισσό οἱ ματιές μου σέ σκεπάζουν, εἶσαι μιά πόλη πελαγοζωσμένη, ἕνα ὀχυρό πού ἔχει τό φῶς διχάσει σέ δυό ροδακινόχροα κομμάτια, μιά γῆ ἀπ’ ἁλάτι, ἀπό […]