Απόστολος Θηβαίος | Βαθιά νύχτα

© Johan Hagemeyer

μαρτυρία
κάτω από γαλάζιο
νέον φωτισμό

Φανήκανε μες στη βαθιά νύχτα. Τους ανήγγειλε το τενεκεδάκι που κλοτσούσαν, σαν παιχνίδι πεισματάρικο. Χάλαγαν τον κόσμο και ένας δυο τους βάλανε τις φωνές όμως εκείνοι περάσανε βιαστικά στ΄ απέναντι πεζοδρόμιο ή χάθηκαν πιασμένοι από το χέρι στο σκοτεινό στενό που απόψε αμφιβάλλω αν ξέρω πού μπορεί να βγάλει.

Φθάσανε στο στενό μου και ευθύς πνίγηκαν μες στα γαλάζια φώτα. Από στιγμή σε στιγμή πρόκειται να φιληθούν. Και οι δυο βρίσκονται κοντά στα είκοσι, έχουν κερδίσει την παρτίδα και δεν νοιάζονται για τίποτε έξω από τον έρωτα. Ένα αστέρι πέφτει, δεν το βλέπουν. Εύχονται να κρατήσει λίγο ακόμη η νύχτα.

Το τενεκεδάκι τους παράμεινε σε μια άκρη. Θα το σαρώσουν οι υπάλληλοι του δήμου που περνούν μόλις ξημερώσει. Είναι οι ίδιοι που μαζεύουν, λέει το παραβάν της νύχτας. Κομμάτι το κομμάτι όμως καθώς μια ατσαλιά μπορεί να αφήσει λίγο βάμμα πάνω στην καινούρια μέρα. Δεν έχουν τίποτε να μοιραστούν. Ίσως ένα φιλί, ίσως ένα βλέμμα, όμως αργούν να αποφασίσουν και η στιγμή κινδυνεύει να χαθεί.

Άλλο ένα αστέρι πέφτει. Τώρα το βλέπουν και εκείνος μόλις χαράξει την πορεία του της το αφιερώνει. Αν ήταν ποιητής θα είχε παραστρατήσει τώρα, θα ΄χε παρατήσει το ποίημα και όλα στον κόσμο θα στέκονταν αφόρητα, ετοιμόρροπα.

Δεν έχουν τίποτε να μοιραστούν. Μόνο τρυφερότητα νιώθουν σαν λέξεις σκεπασμένες με το χιόνι του χειμώνα. Εκείνη αρπάζει την ευκαιρία και κλείνει τα μάτια για να κάνει την παραγγελία της. «Θα κάνω μια ευχή», λέει σιγανά και έπειτα από λίγο γελάει πονηρά.

«Τι ζήτησες;» τη ρωτά διστακτικά. «Μουσική», αυτό μόνο απάντησε εκείνη. Σε λίγο ξημερώνει μα οι δυο τους ξέρουν καλά πως έχουν κάτι να μοιραστούν. Περπατούν πλάι πλάι, σαν να τους συνδέει μια λεπτή καλωδίωση. Στη διασταύρωση εκείνος της γνέφει.

Κανείς δεν χωρά ανάμεσά τους. Μόνο η μουσική που έρχεται ξανά και ξανά για να υπογράψει παρόμοιες στιγμές, όταν εσύ και εγώ θα έχουμε φύγει. Ο καθένας φορά ένα ακουστικό και ο καθένας ακόμη γνωρίζει πως πέντε οργιές κάτω από το δέρμα του ανάβει θαυμάσιο και ανεπανάληπτο ένα παράξενο κοράλλι.

Τώρα λοιπόν έχουν κάτι να μοιραστούν. Και είναι αδύνατο να μιμηθούν τη συμβουλή του Κροτ για τον φρύνο που αποφεύγει το βότσαλο. Είναι αδύνατο να μην τελειώσει με ένα φιλί εκείνη η παράγραφος που χρειάστηκε ένα ολόκληρο βράδυ για να καθαρογραφεί και ξυπνά μέσα τους μια άγρια χαρά.

Ας υποθέσουμε πως πρόκειται για τον Φέλιξ και τη Λάουρα, ένα πανέμορφο ζευγάρι σαν από έβενο που περνά μέσα από τα δωμάτια της ζωής μας. Η Ντίκινσον το είπε πως τέτοιες ψυχές, εύκολες στην αγάπη και αφοσιωμένες , πεθαίνουν συχνά. Όχι απόψε όμως και όχι στο γαλάζιο μου στενό, είκοσι χιλιάδες λεύγες ο Φέλιξ βαθιά μες στα μάτια της Λάουρα. Θα πρέπει να σχολιάσει κανείς πως η αγία ακεραιότητα του παιχνιδιού της είναι το κάτι άλλο. Όπως και ο θόρυβος με τον οποίο θα κατεδαφίσει κάθε γραμμή άμυνας του αγοριού λίγο πριν ξημερώσει. Οριστικά.

Απόστολος Θηβαίος