Παναγιώτης Νικολαΐδης | Ριμαχό

Γράφει ο Αναστάσης Πισσούριος

 

Ως προσωπική κατάθεση σε μορφή ποίησης και ως συνομιλία με άλλους ποιητές, το Ριμαχό (Εκδόσεις Σμίλη, 2022) του Π. Νικολαΐδη αποτελεί μια πολύ ενδιαφέρουσα απόπειρα. Ωστόσο, κατά πόσο αυτό αρκεί για να το καταστήσει ποιητική συλλογή είναι αβέβαιο. Επί τω πλείστον, μια συλλογή ποιημάτων έχει μια λογική συνοχή ως προς τη θεματική του περιεχομένου και σίγουρα, αν όχι αναγκαία, και στη μορφή της ποιητικής παραγωγής. Στο ότι αυτό δεν συμβαίνει εδώ συνηγορεί, εκτός των άλλων, κι ο ίδιος ο ποιητής, επισημαίνοντας το γεγονός ότι η συγκεκριμένη έκδοση περιλαμβάνει ημερολογιακές καταγραφές, μαρτυρίες και θραύσματα σκέψεων. Επίσης, ο ίδιος αναφέρει στο Σημείωμα του επιμελητή της έκδοσης ότι «δεν έγινε ουδεμία παρέμβαση, διόρθωση» κτλ. Διαβάζοντας τα ποιήματα, διακρίνει κανείς αυτό ακριβώς που ο ποιητής κάνει σαφές εκ των προτέρων: ο ποιητικός λόγος της συλλογής είναι ανεπεξέργαστα αφελής (εδώ σημειώνω ότι σύμφωνα με τον ίδιο, «δεν έγινε ουδεμία παρέμβαση, διόρθωση» στη συγκεκριμένη συλλογή). Υπάρχουν σίγουρα κάποια σημεία ποιητικής αξίας, αλλά δεν έχουν διάρκεια και επαρκές αισθητικό βάρος. 

Με δεδομένη την απουσία θεματικής ή/και υφολογικής συνοχής μεταξύ των ποιημάτων, η ποιητική κατάθεση του Νικολαΐδη παραμένει αποσπασματική. Παρά την προσπάθεια οικοδόμησης μιας συνομιλίας του με την ποιητική παράδοση, η κατά τα φαινόμενα επιτηδευμένη αισθητική επιπολαιότητα υπονομεύει, τελικά, την προσπάθεια. Από την άλλη πλευρά, οι πολιτικές διαστάσεις της ποιητικής του Νικολαΐδη δεν είναι καθόλου επιπόλαιες. Ας αρχίσουμε από τον τίτλο της: Γιατί επιλέγει ο Νικολαΐδης ως τίτλο το Ριμαχό; Ο Ριμαχό είναι μια μυθολογική φιγούρα η οποία σήμερα θεωρείται – όπως μας θυμίζει ο Νικολαΐδης, παραπέμποντας στα λόγια του Σάββα Παύλου – μια persona non grata, όπως αναφέρεται στο Σημείωμα του επιμελητή της έκδοσης. Η παραπομπή στον Σάββα Παύλου δεν είναι καθόλου τυχαία. Στο Τετράδιο Ασκήσεων στο ποίημα Κύπρος, 15 Ιανουαρίου 1950 ο Σάββας Παύλου κραυγάζει:

«Μια

φωνή:

Έ – νώ – σίς.

Λαός ίστωρ.»

Πρόκειται για μια φωνή, η οποία, ως “persona non grata” επιβάλλεται να εμφανίζει κάποια πολεμικού τύπου εγγενή χαρακτηριστικά όπως και κάποιο είδος περιθωριοποίησης από το λεγόμενο «κατεστημένο». Αυτά της τα αποδιδόμενα χαρακτηριστικά σαγηνεύουν φυσικά τόσο τον συγγραφέα όσο και τον αναγνώστη. Ο Ριμαχό του Νικολαΐδη οικοδομείται στη βάση των χαρακτηριστικών μιας τέτοιας περσόνα. Η συλλογή εκκινεί με την Προσευχή του Ριμαχό: 

«Λόγχη 

εκεντήθη 

ο υιός της παρθένου. 

Πιστεύω σ’ ένα ποίημα»

Ο Ριμαχό του Νικολαΐδη προσεύχεται. Προσευχόμενος, εναρμονίζει το πολεμικό ανακοινωθέν του (κάτι σαν το δέκατο τρίτο Ευαγγέλιό του) με την ποιητική παραγωγή εν γένει. Παραδόξως, η υποτιθέμενα περιθωριοποιημένη persona non grata του Σάββα Παύλου επιτυγχάνει να ταυτοποιεί παράλληλα και την πιο σκοτεινή τριάδα του κατεστημένου: εκκλησία, στρατό κι εθνικισμό. Ανακυκλώνοντας το ήδη υφιστάμενο κυπριακό κατεστημένο ως «απόκληρο περιθώριο», η φωνή του Σάββα Παύλου ταυτίζεται με τη φωνή του Ριμαχό του Νικολαΐδη και ανήκει παράλληλα και στον γιο του Ριμακό αλλά και στον ίδιο τον Ριμακό του Σάββα Παύλου. Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή, και με δεδομένο ότι ο Νικολαΐδης συνομιλεί με τον Σάββα Παύλου ήδη από το Σημείωμα του επιμελητή της έκδοσης: Ο Σάββας Παύλου γράφει το 1992 δύο βιβλία με τίτλο Ο γιος του Ριμακό – Η γέννηση και Ο γιος του Ριμακό – Σχεδιάσματα (και τα δύο από τις Εκδόσεις Αιγαίον, Λευκωσία 1992). Το Ο γιος του Ριμακό – Η γέννηση αφιερώνεται στον γλωσσολόγο και φιλόλογο Μενέλαο Χριστοδούλου, ο οποίος, σε ομιλία του στο πανεπιστήμιο κατά τη δεκαετία του 1980 κατέληγε ως εξής: «Η κυπριακή διάλεκτος ματαίωσε την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα». Στον Ριμαχό του Νικολαΐδη, από την άλλη, εντοπίζει κανείς μια αφιέρωση στο ποίημα Ο Ριμαχό στο άγαλμα της Ελευθερίας, η οποία αφορά τον Λάζαρο Μαύρο, γνωστό για τις εθνικιστικές και διχοτομικές του πεποιθήσεις. Είναι φανερό, περαιτέρω, ότι οι πτυχές του Ριμαχό είναι πολυδιάστατες, όπως για παράδειγμα όταν ταυτίζεται με τον ίδιο τον ποιητή, απευθυνόμενος στον εαυτό του ως τρίτο πρόσωπο: «Η ανά χείρας έκδοση συγκεντρώνει αδημοσίευτο αρχειακό υλικό του Κύπριου ποιητή, φιλολόγου και κριτικού Ριμαχό» (βλ. Σημείωμα του επιμελητή της έκδοσης). Επιστρέφοντας στο συγκεκριμένο ποίημα Ο Ριμαχό στο άγαλμα της Ελευθερίας ο Ριμαχό μόλις 

«έφαγε μια σφαίρα ελληνική 

12.7 χιλιοστών

κατάστηθα». 

Ο «προδομένος» Ριμαχό σφυρηλατεί με αυτόν τον τρόπο τον πόθο για την Ένωση αντιμετωπίζοντας έτσι το πραξικόπημα της Χούντας. Το πραξικόπημα γίνεται δηλαδή η αφορμή να περιθωριοποιηθεί ο πόθος για την Ένωση με αποτέλεσμα να ρομαντικοποιηθεί ως διαδικασία και να γίνει στην περίπτωση που μας ενδιαφέρει λογοτεχνικό έργο. Ο φορέας του πόθου για την Ένωση – εδώ ο Ριμαχό ως μυθολογική φιγούρα ή ο Λάζαρος Μαύρος ή ο Σάββας Παύλου – προσδιορίζεται ως persona non grata, ως ένας υποτιθέμενος αντιστασιακός φορέας-φωνή· η φωνή της Ένωσης. Η «σφαίρα ελληνική» στα στήθια του Ριμαχό του έχει ανοίξει πράγματι πληγή, μια πληγή όπως γράφει ο Παναγιώτης Νικολαΐδης στο ποίημα Μια στάξη γαίμαν: 

«ΣΗΜΕΑ ΕΛΗΝΗΚΙ
ΠΑΤΡΙΣ ΚΥΠΡΟΥ.»

Είναι σημαντικό ν’ αναφερθεί ότι στη σύγχρονη κυπριακή ποίηση, όπως συμβαίνει μεταξύ άλλων και στον Ριμαχό του Παναγιώτη Νικολαΐδη αλλά και σε άλλους ποιητές, αποπολιτικοποιείται η ιστορική έννοια της Ένωσης όντας αυτή η αποπολιτικοποίηση να λειτουργεί ξεκάθαρα ως πολιτική θέση. Η πολιτική απολέπιση η οποία δέχεται η συγκεκριμένη ιστορική έννοια καθιστά τον πόθο της Ένωσης μια ρομαντική πολιτική διαδικασία παραγωγής λογοτεχνίας. Η προσπάθεια διατήρησης της περσόνας Ριμαχό ή Ριμάκο από τον πρώτο που εισήγαγε το συγκεκριμένο πρόσωπο Κυριάκο Χαραλαμπίδη στον Παντελή Μηχανικό, στον Κώστα Βασιλείου και σε άλλους αποκαλύπτει την οργανική διαδικασία του πόθου για την Ένωση. Τότε ως πραγματικό πολιτικό πρόταγμα καταλήγει σήμερα ένας ρομαντικά πολιτικοποιημένος μηχανισμός ποιητικής παραγωγής. Πρέπει να γίνει σαφές ότι ο Ριμάκο του Κυριάκου Χαραλαμπίδη έχει Ιθαγένεια, όπως τιτλοφορείται και το συγκεκριμένο ποίημα στην ποιητική συλλογή Το αγγείο με τα σχήματα. Η ιθαγένεια του Ριμάκο δεν είναι άλλη παρά ελληνική: 

«Κι αν η φυλή μας είναι «μείγμα λαών»,

μ’ άσκημα γούστα, τρόπους τρομερούς,

σαν κόψη του σπαθιού, καρέκλα ετοιμόρροπη,

μ’ όσα κι αν καταπάνω μας λένε ξανθοί λαοί,

επιζούμε ως Έλληνες, ως θαυματοποιοί.»

Η χρήση του χαρακτήρα του Ριμακό από τον κ. Χαραλαμπίδη τόσο στη συλλογή Αχαιών Ακτή του 1977 όσο και στο Αμμόχωστος Βασιλεύουσα το 1982 είναι αρκετά έντονη, ειδικά στο Αχαιών Ακτή. Χωρίς να υπεισέλθω σε περαιτέρω ανάλυση των δυο τελευταίων συλλογών, ο Ριμακό του Χαραλαμπίδη έχει μια ποιητικά ιστορική ευλυγισία. Έχει ανάγκη ο Ριμακό ως επιζών «Έλληνας θαυματοποιός» να βρει την ιστορική του θέση δίπλα στην ελληνική ιστορία και παράδοση, βαθιά προφυλαγμένος από τη μυθολογία απαιτώντας μέσα από την ποίηση να εγγραφεί μόνο ως Έλληνας. Επίσης, ελληνική είναι και η υπόσταση του γιου του «λεβέντη» Ριμακό ως «ο τελευταίος των Ελλήνων». Στον ίδιο άξονα κινείται και ο Ριμαχό του Παναγιώτη Νικολαΐδη ο οποίος δεν διαφέρει κατά πολύ από τον Ριμαχό του Κώστα Βασιλείου. Ο κ. Βασιλείου εισάγει στη συλλογή «Pieta 2015», γραμμένη το 2010, τις ταυτότητες του Ριμαχό και του Ριμάχο όπως επίσης και της Ριμαχόνας. Ιδεολογικά ο Ριμαχό ταυτίζεται με τη δεξιά και ο Ριμάχο με την αριστερά. Στην Εισαγωγή της συγκεκριμένης συλλογής ο Κώστας Χατζηγεωργίου μεταξύ άλλων επισημαίνει ότι η Ριμαχόνα ταυτίζεται με τη φωνή της Κύπρου και κατ’ επέκταση η φωνή του ιδίου του Κώστα Βασιλείου. Ο Κώστας Βασιλείου δημιουργεί το χαρακτήρα Ριμαχόνα ο οποίος ως θηλυκό έχει βρακί ελληνικό. Στο ποίημα Η Κοκκινοσκουφίτσα και το δικέφαλο τέρας από τη συλλογή «Pieta 2015» διαβάζουμε: 

«Το βρακί μου είν’ ελληνικό
Η ζώνη της αγνότητας μου χριστιανική
Και το πουλί το ψοφοπούλι μου δικέφαλο
Ελληνοχριστιανικό.»

«Ο ποιητής φαίνεται ότι το «βρακί» της Ριμαχόνα, δηλαδή η πιο βαθιά υπόσταση της Κύπρου, όχι απλά είναι ελληνική αλλά είναι και αγνά ελληνοχριστιανική. (…) Ο κ. Νικολαΐδης εντοπίζει και καταγράφει κάτι πολύ σημαντικό στην ανάλυσή του υπό τον τίτλο Η ανατρεπτική στροφή του Κώστα Βασιλείου στην κυπριακή διάλεκτο. Ισχυρίζεται ο κ. Νικολαΐδης λοιπόν ότι ο θάνατος του Σολωμού Σολωμού και Τάσου Ισαάκ πυροδότησε και αφύπνισε τη χρήση της κυπριακής διαλέκτου στην ποίηση του Κώστα Βασιλείου. «Κάτω από τη δραματική πίεση της ίδιας της ιστορίας…». Όπως ισχυρίζεται ο ίδιος, η ποίηση του εκφράζει τη θυσία τους η οποία εξασφάλισε «ως μέσα από μια έκλαμψη την εθνική μας αυτογνωσία…». Μια αυτογνωσία η οποία χρησιμοποιεί την κυπριακή γλωσσική ποικιλία ως πρόφαση όχι για να γνωστοποιήσει κάποια «θυσία» αλλά για να προστατέψει τη φανατικά αυθόρμητη και απερίσκεπτη πράξη από την ιστορική της καταδίκη».  

Η ανεπιθύμητη και δη «αντιστασιακή» ιστορική στάση του χαμένου «ήρωα» που έσβησε μαζί με τον πόθο της Ένωσης είναι αρκετά επίκαιρο και σε άλλους νέους ποιητές. Για παράδειγμα, στο ποίημα του Δώρου Γεωργίου με τίτλο Εκείνη την ημέρα έσπαγα καρύδια εξυμνείται ο Σολωμός Σολωμού. Η υποτιθέμενη θυσία του Σολωμού Σολωμού βρίσκει κοινό έδαφος και στον Κώστα Βασιλείου και στον Δώρο Γεωργίου όπως ακριβώς εντοπίζεται ένα εθνικιστικό έδαφος στο μυθολογικό πρόσωπο και στις πτυχές του Ριμαχό. Ως εκ τούτου, φαίνεται να συγκροτείται η περσόνα του Ριμαχό μεταξύ άλλων και από τον Σολωμό Σολωμού. Η προδοσία η οποία υπέστη ο εθνικός πόθος του ελληνισμού της Κύπρου εκφράζεται σήμερα εκτός των άλλων, και εδώ συγκεκριμένα, στο όνομα και στην συγκρότηση των πτυχών του Ριμαχό. Το ιστορικό απωθημένο του πόθου για την Ένωση λαμβάνει, αν όχι συνειδητά, διάφορες μορφές και εκφράσεις όχι μόνο στο συγκεκριμένο έργο αλλά και σε άλλα έργα άλλων ποιητών. Η υποτιθεμένη ιστορική τιμωρία της Κύπρου να μην έχει γίνει και επίσημα ελληνική διοχετεύεται ακόμα και σήμερα στην ποιητική παραγωγή ως μια «αντιστασιακή» ρομαντική παραγωγή λογοτεχνίας. 

Η κοινή προσπάθεια των Παντελή Μηχανικό, Κώστα Βασιλείου, Σάββα Παύλου, Παναγιώτη Νικολαΐδη (ο Λεύκιος Ζαφειρίου χρησιμοποιεί επίσης τον χαρακτήρα με το ποίημα Η περιπλάνηση του Ριμάχο και η επιστροφή της Ωραίας αφιερωμένο στον Κώστα Βασιλείου όπως επίσης και ο Ανδρέας Πάντζης με το ποίημα Οι ανεμόμυλοι της Αγίας Νάπας) να διατηρηθεί η λογοτεχνική υπόσταση του Έλληνα Ριμαχό του Κυριάκου Χαραλαμπίδη φαίνεται να γίνεται επιτακτική ανάγκη. Ο Ριμαχό όμως επιβάλλεται να τοποθετηθεί και ως άνθρωπος ανάμεσα στον κόσμο έτσι ώστε να πάρει σάρκα και οστά. Ο Παναγιώτης Νικολαΐδης λοιπόν γειώνει τον Ριμαχό τοποθετώντας τον να προσεύχεται, να παρουσιάζει τους κκιοφτέδες του, να επισκέπτεται το Άγαλμα της Ελευθερίας στη Λευκωσία, το κομμωτήριο, την Αστυπάλαια, να βρίσκεται σε κηδεία, σε ματς κτλ.  

Από το μέρος της συλλογής του Νικολαΐδη Γράμματα στη Ριμαχόνα, τίτλος ο οποίος παραπέμπει στα Γράμματα στη Μητέρα του Κώστα Μόντη, ο Νικολαΐδης εισάγει τη μορφή της μητέρας του Ριμαχό. Θα μπορούσαμε δικαιωματικά να υποθέσουμε ότι η Ριμαχόνα είναι η ίδια η Κύπρος όπως ακριβώς συμβαίνει και στη Ριμαχόνα του Κώστα Βασιλείου. Ο Ριμαχό γράφει το πρώτο γράμμα στη Ριμαχόνα για το τραύμα που φωλιάζει μέσα του, τον πόλεμο που «άμαν ριζώσει μέσα στην ψυσήν εν φεύκει ποττέ». Προδομένος λοιπόν ο Ριμαχό από τους πολιτικούς αποφασίζει να στείλει πάλι τον Απρίλη στην Κύπρο:

 «Εννά σου πέψω πάλε τον Απρίλην» 

Πού βρίσκεται ακριβώς ο Ριμαχό και θα στείλει στη Ριμαχόνα τον Απρίλη στην Κύπρο; Το που ακριβώς βρίσκεται δεν μπορούμε να το γνωρίζουμε αλλά γνωρίζουμε τη συμβολική ημερομηνία του γράμματος υπογραμμένο με το «25 Μαρτίου 2004». Μια ημερομηνία διπλά συμβολική, θρησκευτικά και πολιτικά (η γιορτή του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου και η Εθνική Εορτή της Ελλάδας) που γέννησε στην Κύπρο τον «εθνικισμό της χριστιανικής μπουρζουαζίας». Ο Ριμαχό θα στείλει τον Απρίλη στην Κύπρο ή πιο ξεκάθαρα θα στείλει πάλι την ΕΟΚΑ στην Κύπρο με τον ενωτικό αγώνα και τα εγκλήματα που τη βαραίνουν. Παράλληλα, βρισκόμαστε χρονικά στο 2004 – ένα έτος καμπή για τον κυπριακό λαό – και μάλλον η Ριμαχόνα ή η Κύπρος καλύτερα χρειάζεται να σωθεί από ένα επικείμενο δημοψήφισμα με θετικό αποτέλεσμα. Του Ριμαχό το ΌΧΙ – ως «αρνούμαι να πεθάνω» – μεταμορφώνεται όπως ισχυρίζεται ο ποιητής σ’ επιλογή και πείσμα: 

«η μνήμη έν επιλογή.

Γαίμαν πηκτόν.

Αρνούμαι να πεθάνω.»   

Αν η Ριμαχόνα του Κώστα Βασιλείου φοράει από μόνη της «βρακί ελληνικό», η Ριμαχόνα του Παναγιώτη Νικολαΐδη έχει ανάγκη τη βοήθεια του γιου της για να φορέσει το βρακί της, ένα βρακί πρωταπριλιάτικο μ’ ένα ηχηρό ΌΧΙ να πλανιέται μέσα του. Η περσόνα Ριμάχο σ’ όλες της τις μορφές κι εκφάνσεις έχει ένα και μοναδικό χρέος: να βιάσει «με τελετουργικό ελληνικό» το είναι της Κύπρου.

 


  1. Σάββας Παύλου, Τετράδιο Ασκήσεων, Λευκωσία 2013 https://savvaspavlou.wordpress.com/2011/03/14/%ce%b2%ce%bb%ce%b5%cf%80%cf%89-%ce%bc%ce%b9%ce%b1-%ce%b5%ce%b9%ce%ba%ce%bf%ce%bd%ce%b1/ 
  2. Η διχόνοια, η ελληνική γλώσσα, και η κυπριακή διάλεκτος, Διαλέξεις Λαϊκού Πανεπιστήμιου 5, σελ. 275.
  3. «Ο εθνικισμός στη σύγχρονη ελληνοκυπριακή ποίηση. Τρία ποιήματα, τρία παραδείγματα» 8 Δεκεμβρίου, 2021.  https://www.monocleread.gr/2021/12/08/anastasis-pissoyrios-o-ethnikismos-sti-sygxroni-ellinokypriaki-poiisi/?fbclid=IwAR2zwou8C1GcT1VGPVzJzZG2vkYuWdnGdUHrnSB2e3rIu8nZzA4P4znW6Oc 
  4. Κυριάκος Χαραλαμπίδης, Το αγγείο με τα σχήματα Ποιήματα, Λευκωσία 1973.   
  5. Παντελής Μηχανικός, Κατάθεση, Κύπρος 1975, από το ποίημα Ένα τραγούδι για τον Ριμαχό.  
  6. Σάββας Παύλου, Ο γιος του Ριμακό – Η γέννηση, Εκδόσεις Αιγαίον, Λευκωσία 1992, σελ 25.  
  7. Ο πανελλήνιος ποιητής Κώστας Βασιλείου: μια σοβινιστική πανδαισία εθνικιστικής ποίησης https://www.monocleread.gr/2022/01/28/anastasis-pissoyrios-o-panellinios-poiitis-kwstas-vasileiou/
  8. Δώρος Γεωργίου, Ουμάμι, Εκδόσεις Τεχνοδρόμιον, 2020.
  9. Niyazi Kizilyurek, Ολική Κύπρος, Λευκωσία 1990, σελ 12. 
  10. Σάββας Παύλου, Ο γιος του Ριμακό – Η γέννηση, Εκδόσεις Αιγαίον, Λευκωσία 1992, σελ 11.