Χρίστος Κασσιανής | Don’t do that, Dorian

© Florence Henri

Η σκακιέρα έμεινε ασυμπλήρωτη. Σ’ ένα καλοκαίρι αργό, χωρίς τέλος. Σαν τ’ απέραντα χωρίς μας. Στ’ αργό απόγευμα στέκονταν βουβοί άνθρωποι που έζησαν βροχερή ημέρα Ιουνίου κι άνθρωποι στέκονται ακίνητοι με τις πολύχρωμες ομπρέλες τους ν’ ανεμίζουν. Ανεμώνες ζεστές πέφτουν με τη βροχή.

–  «Ο Ρενέ σε σκέφτεται», είπε η Ληθινόη στη Σειλύνια που βαδίζει σαν παφλασμός πεταλούδας. – «Ο Ρενέ με σκέφτεται» θυμήθηκε αφηρημένα η Σειλύνια. Μες στον πολύ κόσμο μοναχικοί τύποι περιδιαβαίνουν, καπνίζουν και προχωρούν στην τόση πολλή ζωή με τις κλειστές μπλε ομπρέλες τους.

     Αργά, πολύ αργά, οι ομπρέλες συναντιούνται. Στο πλάι, ρακοσυλλέκτες περιμένουν να σταματήσει η βροχή κι αν αντέξουν όρθιοι. Ποτάμια σχηματίζονται στους δρόμους κι ο αέρας τα φουσκώνει. Ακούγεται ένα ακορντεόν κι εμφανίζεται ένας άντρας.

   Τραγουδά με ήσυχη φωνή κι η Σειλύνια τον πλησιάζει μ’ ένα καρδιοχτύπι που πάλλεται να τον αναγνωρίσει. – «δεν θα ’ναι έτσι, πάντα ο καιρός, περνά και μας φαίνεται πολύ μικρός» ακούγεται η φωνή που απαλά πλησιάζει την καρδιά της Σειλύνιας. «δεν θα ’ναι έτσι πάντα ο καιρός, καλέ μου» χαμογελάει εκείνη και τα βλέμματα συναντώνται.

    Ο φίλος του Ρενέ, τσιρκολάνος Γκιγιώμ βγήκε από το ξύλινο  σπίτι, στη μικρή βραχώδη παραλία, λίγο έξω από τη Μασσαλία. Είχε ακούσει τα κύματα, στάθηκε λίγο κι η ηχώ τους σαν έπεφταν στα βράχια σχημάτιζε μια φράση:

        «Ντόριαν,για σένα είν’αργά, ξανανταμώσαν τα παιδιά»


Ο Χρίστος Κασσιανής, διαμένει  κι εργάζεται στην Αθήνα. Γράφει ερασιτεχνικά λογοτεχνία (πεζό και ποίηση). Ορισμένα γραπτά του, έχουν δημοσιευτεί κατά καιρούς σε έντυπα και ιστοσελίδες/ιστότοπους