Φανή Καλαμπόκη | Επιστροφή

© Γεωργία Τσόκου

Πρέπει να επιστρέψω. Πρέπει να επιστρέψω.
Πρέπει. Πρέπει. Πρέπει. Παλμός και πρέπει. Ο εγκέφαλός του σαν να υπάκουε ξαφνικά μόνο στην τσιριχτή φωνή αυτής της ανάγκης που έδινε εντολή. Η αθώα εφηβική αναμονή έπαψε απροειδοποίητα, σήμανε ξαφνικά και δυνατά η ώριμη ώρα του νόστου και της επιτακτικής επιστροφής. Η επιστροφή είναι τώρα το πιο λαμπερό ηλεκτρικό σήμα του εγκεφάλου του, ένστικτο που ξεχύνεται από ανενεργό ηφαίστειο αιώνων, η μόνη βασίλισσα του είναι του.
Λείπει πολλά φεγγάρια, σχεδόν έχει σβήσει στη μνήμη του η γραμμή του γυρισμού. Θα φωτιστεί όμως απ’ τα άστρα και θα ξαναχαραχτεί στο νου του αμέσως μόλις την ξεκινήσει. Θα την ακολουθήσει, όπως θα ξετυλιχτεί μέσα του και μπροστά του, με όσα θα του φέρει, με κύκλωπες και δίχτυα μαγισσών, με τείχη και φράγματα, με αρκούδες και μέδουσες, δίχως φόβο, δεν φοβάσαι όταν διασχίζεις τον δρόμο το δικό σου, δε φοβάσαι, μόνο θέλεις. Είναι έτοιμος για το ταξίδι, έτοιμος να φτάσει πίσω, να τελειώσει στην αρχή του.
Αρχή, σπίτι, πατρίδα, προσδιορισμοί για κάτι απροσδιόριστο στο έσω του, για κάτι που ένιωθε μέσα του απλώς ζεστό και δυνατό, όπως όταν κρυώνεις και στέκεσαι κάτω απ’ τον ήλιο για να σε ζεστάνει.
Για την πρώτη ζεστή αγκαλιά από νερό και άμμο, ο σολομός ξεκίνησε με σθένος, κολυμπώντας κόντρα στο ρεύμα της μεγάλης θαλάσσιας ερήμου.