Γεώργιος Κρεοπώλης | Κερασιά

© Bernard Plossu

Μια ανοικτή, εγκάρδια κι αυθόρμητη αγκαλιά από μικροσκοπικά χεράκια, παιδικά χέρια που δεν έχουν απαλλαχθεί ακόμα από το βρεφικό λίπος… μια γενναία χούφτα δύο χεριών στενά ενωμένων, με δάχτυλα δυσαναλόγως μακρόστενα σε σχέση με τους βραχίονες, σχηματίζοντας ελαφριά κι ενιαία κυρτότητα, σαν να προετοιμάζονται να υποδεχθούν μια φλέβα νερού, να συγκρατήσουν όσο περισσότερο από αυτό γίνεται και να το προσγειώσουν με μια γρήγορη κίνηση στο ταλαιπωρημένο πρόσωπο. Μια υπόθεση κι αυτή, μια προσπάθεια υπολογισμού ποσότητας αποκλειστικά με το μάτι και ό,τι αυτό έχει αποκομίσει σε αυτά τα 45 μου χρόνια. Προτιμώ ίσως την αγκαλιά ως σύγκριση.

Πλησίασε λοιπόν κοντά μου με μια “ανοιχτή αγκαλιά μικροσκοπικών παιδικών χεριών” κεράσια. Ένα παλιό, μετρίου μεγέθους, ψάθινο καλάθι γεμάτο ως επάνω με κεράσια. Έτσι, στοιβαγμένα μαζί, σαν ψηφιδωτό από ζωντανές και σκούρες αποχρώσεις του κόκκινου και του μωβ.

“Θα πάω να μαζέψω κι άλλα μετά, η γιαγιά λέει ότι είμαι πολύ καλός. Λέει ότι φτάνω σε σημεία που εκείνη πλέον δεν μπορεί να ποσγγίσει”

“Προσεγγίσει;”

“Ποσεγγίσει. Αλήθεια, τι σημαίνει ποσεγίσει;”

Προσεγγίζω. 1. Πηγαίνω κοντά σε (κάποιον/κάτι), πλησιάζω. 2. Κατανοώ. 3. Έρχομαι κοντά, τείνω να ταυτιστώ. Η δεύτερη όμως έννοια θα μπορούσε να αναπτυχθεί ευρέως. Σε συναισθηματική προσέγγιση, σε ψυχολογική προσέγγιση: Σε κατανόηση αναγκών, χαρακτήρα και ψυχισμού. Σε κατανόηση των αιτιών που κάποιος μας προσεγγίζει ερωτικά, σεξουαλικά..με αγάπη. Η προσέγγιση ως ορθή κατανόηση οδηγεί στην ολοκληρωμένη και πολύπλευρη προσέγγιση ως ταύτιση• ως μετάβαση σε στενότερη εγγύτητα από κάθε άποψη.

Και αν η προσέγγιση δεν ήταν ορθή από την αρχή;

“Προσεγγίζω σημαίνει έρχομαι κοντά σε κάποιον άλλον, κάθομαι δίπλα του όπως..όπως τα ένα κεράσι στο άλλο. Βλέπεις στην αρχή τα κεράσια γεννιούνται μόνα τους και κρέμονται από ένα κλωναράκι. Ωριμάζουν και ροδίζουν, μαλακώνουν εξωτερικά, γίνονται πιο ομαλά στην επιφάνεια τους: ομορφαίνουν. Γίνονται ζουμερά, γεμάτα έντονες γεύσεις και αποκτούν μια διακριτική μυρωδιά που εκρήγνυται στη πρώτη μπουκιά.

Κανονικά τα κεράσια μπορούν να ζουν μόνα τους, απολαμβάνοντας την ασφάλεια της σταθερότητας και της σιγουριάς που τους προσφέρει το κλωναράκι τους. Αλλά κοιτάνε τα γειτονικά κεράσια και συλλογίζονται πως πρέπει να τα πλησιάσουν, πρέπει να τα γνωρίσουν, να τα προσεγγίσουν. Να γίνουν το ταίρι τους.”

“Ταίρι;”

“Ναι. Κάτι σαν το άλλο τους μισό. Προσπαθούν να πλησιάσουν το γειτονικό τους κεράσι, να μοιραστούν με το κλωναράκι τους το σημείο απ’ όπου θα κρέμονται. Βλέπεις, το ένα κεράσι θα αφήσει το Βέβαιο και το Ασφαλές για να κυνηγήσει το Όμορφο σε ένα διπλανό του κλαδί, ενώ το δεύτερο κεράσι θα αφήσει χώρο στο πρώτο να το προσεγγίσει”.

Τρέλα. Ένα βήμα στο σκοτεινό κενό αν τα κεράσια ακολουθούσαν όντως αυτή τη πορεία. Και έπειτα, πώς επιτρέπεις σε κάποιον να μοιραστεί το βέβαιο και σταθερό σημείο σου, να κρέμεται μαζί σου, να καθιστά το δεσμό με τον κορμό, και ό,τι αυτός συμβολίζει τώρα, αδύναμο;

Απλά και μόνο επειδή θέλει να σε προσεγγίσει. Δεν είναι κι αυτό ένα βήμα στο κενό; μια χειρονομία εμπιστοσύνης για μια αμοιβαία πορεία; Αμοιβαία αντοχή κατά της βαρύτητας, αμοιβαία ομορφιά και καμάρι πάνω στο κλαδί, αμοιβαίος πόνος στον βιαστικό αποχωρισμό από αυτό.

“Δηλαδή, σαν το κεράσι ζευγάρι του..το κερασοζευγάρι του;”

“Ακριβώς, το κερασοζευγάρι του”

Και όταν απογοητευτείς από το κεράσι που κάποτε στόλιζε τη παρουσία σου, που έστεκε δίπλα σου χωρίς αμφιβολία της πρωταρχικής του επιλογής..τότε πώς απομακρύνεις, πώς απωθείς κάτι που έγινε μέρος σου, ξέροντας πως η πτώση του, η φυγή του ή η αποχώρηση του θα σε καταδικάσει σε καταστροφή;

“Τότε λοιπόν εγώ θα τα τραβάω μαζί, πίσω στις κερασιές, θα είναι όλα με τα κερασοζευγάρια τους..”. Φόρεσε δύο ζευγάρια από κεράσια γύρω από τ’ αυτιά, ένα στο καθένα• μια αμοιβαία βόλτα με θέα σε γραφικούς κι άδειους χωμάτινους δρόμους του χωριού, με θέα σε περιποιημένους κήπους και ξεχασμένα κτήματα της περιοχής• μια ξενάγηση σε πάρκα με φίλους, σημάδια στα γόνατα και παιδικές κραυγές. Σε κάθε τους πτώση, ένα χέρι, μαγεμένο από την ιστορία της αμοιβαίας θυσίας, να τα επανατοποθετεί στην αρχική τους θέση.

Γύρισε εξαντλημένο πλέον από τη περισυλλογή, το παιχνίδι και την ονειροπόληση, την ξενάγηση και το ζωηρό τρέξιμο στα ξερά γρασίδια. Καθόμουν στο ίδιο σημείο και βρήκε καταφύγιο μέσα στην αγκαλιά μου, φέρνοντας το κεφάλι του κόντρα στο κουρασμένο μου στήθος.

Έσπασα..

Αλήθεια θείε, εσύ βρήκες ποτέ το κερασοζευγάρι σου;

 


Ο Γεώργιος Κρεοπώλης, κατάγεται από ένα χωριό της Θάσου και την καβάλα, όπου γεννήθηκε το 2002. Σπουδάζει στο τμήμα αρχιτεκτόνων μηχανικών του ΑΠΘ. Ασχολείται από μικρή ηλικία με τη μουσική και τη ζωγραφική και προσφάτως ανακάλυψε την αγάπη του για την αποσπασματική συγγραφή.