Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης | Δεύτερη Φάση / Work in Progress #23

Ένα μπέρμπον για τον Φρανκ

Περίπολος στην Πόλη / Au Revoir

«Θα ξαναπήγαινε. Θα ξαναπάει. Ξαναπήγε». Έτσι, κοφτά και αναπάντεχα, έπαιρνε μπρος ο κινητήρας ενός μυθιστορήματος με πρωταγωνιστή ένα μπαρ. Το θρυλικό Aurevoir, στην Πατησίων, που είναι ο δρόμος-σύζυγος, όπως η Καλλιδρομίου είναι ο δρόμος-ερωμένη. Σ’ αυτήν την κόγχη της πόλης, σ’ αυτόν τον μειλίχιο μυχό, έχουν πιει τα ποτήρια τους άνθρωποι σαν τον Κούλη Στολίγκα και τον Ντίνο Ηλιόπουλο, που τόσο άδολο γέλιο σε τόσες γενιές πρόσφεραν, σαν τον Περικλή τον Κοροβέση και τον Γιώργο Καραβασίλη, φίλους και τρυφερούς συμπότες, της γραφής ρέκτες, μα και του Βάκχου πρωτοπαλίκαρα, σαν τον Στέφανο Ροζάνη, νεορομαντικό και λάτρη της μελωδίας των λέξεων, και, last but not least, αν είναι δυνατόν!, τον Μέγα Φρανκ Σινάτρα, αυτόν που ήταν η Φωνή, η Απόλυτη Φωνή για τόσες και τόσες δεκαετίες.             

Εδώ λες πάντα ωρεβουάρ, ποτέ αντίο. Πάντα Au revoir, ποτέ adieu.

Ο κύριος Λύσανδρος και ο κύριος Θόδωρος είναι κάτι παραπάνω από αβροί, είναι υποδειγματικοί. Μισόν αιώνα, ναι, πενήντα και βάλε χρόνια ιερουργούν εδώ, σε τούτη τη νύκτια όαση, ο κύριος Λύσανδρος και ο κύριος Θόδωρος, σ’ αυτόν τον θύλακο που απαθανάτισε ο ποιητής Θωμάς Γκόρπας κοσμώντας με μια φωτογραφία του την έκδοση των Απάντων του.

«Θα ξαναπήγαινε. Θα ξαναπάει. Ξαναπήγε».

Και μόνο μια απλή παράθεση ονομάτων όσων το βλέμμα μου συνάντησε στο Aurevoir τα λίγα τελευταία χρόνια, και όσων η φωνή μελώδησε στ’ αυτιά μου, πότε συζητώντας για την ποίηση του Borges και πότε για τον κινηματογράφο του Jacques Tati, πότε για την ποιότητα του ιρλανδέζικου ουίσκι και πότε για το σκάκι του Μπόμπι Φίσερ, αρκεί για να συνθέσει ένα από τα ομορφότερα ποιήματα του κόσμου: Λεοντάρης, Δαράκη, Κόκκαλη, Κουσουρής, Παγκαλιά, Σταθόπουλος, Λυμπέρη, Ζηργάνος, Κουτσουρέλης, Τριάντης, Πετροπούλου, Φατούρος, Χατζηαντωνίου, Παυλόπουλος, Αναστασόπουλος, Γουδέλης, Χρηστίδης, Οικονομίδης, Μαθιουδάκη, Πολιτάκης, Κουρκουνάκης: σκακιστές, ζωγράφοι, σκηνοθέτες, ποιητές, πότες.

Εδώ λες πάντα ωρεβουάρ, ποτέ αντίο. Πάντα Au revoir, ποτέ adieu.

Κάθε Πρωτοχρονιά εδώ, με τον αείζωο φίλο, τον αείμνηστο Νικόλα Τριανταφυλλίδη και την Μαρίνα Δανέζη, να βλέπουμε τον χρόνο να κάνει καλά τη δουλειά του, να αντιστεκόμαστε στη φθορά, να εκτοξεύουμε γέλια ομηρικά, του Φάλσταφ οι ακόλουθοι, να κοσμούμε τον κόσμο με ταξιανθίες, να ονειρευόμαστε ταινίες και μουσικές, να συνθέτουμε μυθιστορήματα που εκθειάζουν έναν τρόπο ζωής.

 «Θα ξαναπήγαινε. Θα ξαναπάει. Ξαναπήγε».

Με τον Αντρέα Μαντά, ύστερα από τον ζόφο και τον εγκλεισμό, στη θαλπωρή του Au Revoir, έξω να βρέχει λυτρωτικά, ένα mint Πεντακοσαράκι παρκαρισμένο δίπλα μας, να φέρνει μνήμες ποίησης και πάθους, να γίνεται του Έρωτος το όχημα, και η φωνή του Σινάτρα να μας ταξιδεύει στα χρόνια της Μεγάλης Αθωότητας που είναι ύψιστο καθήκον μας να την υπηρετούμε.      

Εδώ λες πάντα ωρεβουάρ, ποτέ αντίο. Πάντα Au revoir, ποτέ adieu.

Με την Λατρεμένη Λατρευτή, εδώ στο Au Revoir, να συνδεόμαστε σε ένα Σιαμαίο Σύστημα, με σώματα/σήματα, με εγκεφάλους που γίνονται πρίσματα, με ακροβασίες στης αγάπης το συρματόσχοινο, με λάμψεις λυρικές στο Κόκκινο Τετράδιο, με ανάσες ανώλεθρες, με πυρωμένα ακροδάχτυλα, θεράποντες ίμεροι ο ένας του άλλου, ιχνηλάτες του άρρητου, στενογράφοι του αδιανόητου, ραντάρ της ακόπαστης επιθυμίας, δολοφόνοι του δράματος.

«Θα ξαναπήγαινε. Θα ξαναπάει. Ξαναπήγε».

Να θυμηθούμε ότι το επιμελήθηκε και το στόλισε ο σημαντικός αρχιτέκτων Αριστομένης Προβελέγγιος, να μην ξεχνάμε ότι εδώ ποτέ η μουσική δεν είναι άσχημη μήτε εκκωφαντική, να έχουμε κατά νου ότι τα βλέμματα εδώ είναι απαλές φλόγες κεριών, και τα χαμόγελα είναι καμωμένα από φεγγαρόσκονη.

Εδώ λες πάντα ωρεβουάρ, ποτέ αντίο. Πάντα Au revoir, ποτέ adieu.

Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης
Αδούλωτη Κυψέλη, 31.05.2020

Ο Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης (Απρίλιος 1960) είναι συγγραφέας και σιτυασιονιστής.