Νίκος Ι.Τζώρτζης | ΑΝΑΨΗΛΑΦΗΣΗ, Β’

Γράφει ο Γιάννης Χρονάκης


Ο τίτλος[1] προϊδεάζει για τις προθέσεις του δημιουργού. Αναψηλάφηση, ήτοι επανεξέταση. Επανέρχεται για να αναθεωρήσει διακριτές στιγμές, σημαντικά γεγονότα θέτοντας σε ισχύ μια νέα συνθήκη. Την ορίζει στο ποίημα με αριθμό Ι (ένα) και τίτλο: Τι εννοεί ο ποιητής;[2]  Αναφέρει εκεί  ότι στο εξής θα παρέχονται στον αναγνώστη τα «κλειδιά» για το «ξεκλείδωμα» των ποιημάτων.

Το τετριμμένο και ενίοτε ειρωνικό  αυτό ερώτημα, «τι εννοεί ο ποιητής»,   αναπαρθενεύεται δομικά με μια κατεξοχήν φιλοσοφικού και  γλωσσολογικού χαρακτήρα   ομοιοκαταληξία:   γνώστες …..  αναγνώστες. [3]  Αναγεννιέται και λειτουργικά καθότι στο μεγαλύτερο μέρος της συλλογής παρέχονται τα στοιχεία  εκείνα τα  οποία έδωσαν λαβή για τη μετουσίωση τους σε ποίημα. Δηλαδή, για την αναγωγή από το μερικό στο καθολικό. Από το χρονικά συγκεκριμένο στο διαχρονικό Από το τοπικά προσδιορισμένο στο πλανητικό. Από το ιστορικό συμβάν στον ιστορικό νόμο.

Η κραυγή αγωνίας μέσα από τις «φυλακές μακράς διαρκείας» (σύμφωνα με τη διάσημη έκφραση του Fernard Braudel), η μικρόνοια και η γελοιότητα των τυράννων, η συνύπαρξη των αντιθέτων και κατά συνέπεια το ευμετάβολο των καταστάσεων του ανθρώπινου βίου, η  κοινωνική υποκρισία, κ.α. αποτελούν υπό διαπραγμάτευση θέματα της συλλογής.

Παράλληλα με την επισκόπηση του κόσμου και της ιστορίας που επιχειρεί ο Νίκος Τζώρτζης  λαμβάνει χώρα και η ενδοσκόπησή του ίδιου ως  δημιουργού ποίησης. Παρουσιάζονται η πυρετώδης αναζήτηση της λέξης και το νόστιμο της εύρεσης – κατάκτησής της. Η μετάβαση από την αμφιβολία στη βεβαιότητα, από την απογοήτευση στην ικανοποίηση  και αντιστρόφως. Μια αγωνιώδης υπαρξιακή κατάσταση, ένα μικροσύμπαν αντιθέτων, όπου η διαρκής  παλινδρόμηση από τη μια κατάσταση στην αντίθετή της αποβαίνει δύναμη δημιουργός. Ταυτόχρονα – υποκείμενος στον ίδιο νόμο – διχάζεται ως ύπαρξη και ο ποιητής: …. Αμφιβολία   και βεβαιότητα. Η ποίησή μου ή η τέχνη να μοιράζομαι στα δύο. (Η ΑΣΘΕΝΕΙΑ ΜΟΥ σ. 13)

Ο αναγνώστης βρίσκεται διαρκώς ενώπιον της φιλοσοφικής άποψης ότι η θέση εμπεριέχει φύσει την αντίθεσή της: Ως κανόνας γράφω αργά την εξαίρεσή μου / κι ως θρησκεία εγκυμονώ χρόνια την αίρεσή μου. (σ. 21) Έτσι, σε ό,τι αφορά  στον ενδοσκοπούμενο ποιητή, καθώς μεταφέρει  στην οθόνη του υπολογιστή του το έργο του, νιώθει να ελαττώνεται κενούμενος, για να επιστρέψει αμέσως την επομένη υπερπλήρης και αισιόδοξος, και να ακολουθήσει την ίδια πορεία. Μια πορεία που συντελείται   σύμφωνα με  τον τρόπο της πλατωνικής ερωτικής μείξης:  από τον Πόρο στην Απορία, από τον Πλούτο στην Πενία και αντιστρόφως.  

Ο αρχαίος ελληνικός μύθος – πέραν της αρχαίας σοφίας – επιστρατεύεται πειστικά και αξιοποιείται θεαματικά. Το ορθογώνιο της προκρούστιας κλίνης λ.χ. παραλληλίζεται με το ορθογώνιο της τηλεοπτική οθόνης. Το συμπέρασμα από το σχήμα αυτό συνάγεται αβίαστα: οι κοινωνίες των ανθρώπων  «κόβονται και ράβονται» στα μέτρα που επιθυμούν οι ιθύνοντες. Προς περαιτέρω στήριξη δε της αλήθειας αυτής της άποψης – πέραν της εδραίας θεμελίωσης που παρέχει ο υπαινιγμός του μύθου του Προκρούστη – κατατίθεται κάτω από τον τίτλο «σπάραγμα» εκ τριών λέξεων από το έργο του Χάινριχ Μπελ[4]. [ΠΡΟΚΡΟΥΣΤΗΣ (ή όσα χωρούν ακριβώς στο πλαίσιο) σ. 41]. Αξίζει να προστεθεί και τούτο. Η ενότητα στην οποία στεγάζεται το εν λόγω ποίημα έχει τον τίτλο Ετερόκλητα, β’ και μότο το ακόλουθο απόσπασμα: Εκεί αντίκρισα πρώτη φορά τον λύκο.[…]Τι μεγάλα αυτιά! Τι μεγάλα μάτια που είχε! Τι δόντια! (ΚΑΡΟΛ ΑΝΝ ΝΤΑΦΥ σ. 39). Ο αρχαίος μύθος σε λειτουργική συνύπαρξη με το συγγενές παραμύθι εξασφαλίζουν  πολύ υψηλού βαθμού πύκνωση του νοήματος,  και καθιστούν κατά συνέπεια αποδεκτή την αλήθεια του ποιητικού λόγου σε πολύ μεγάλη έκταση.

Η τεχνική αυτή αξιοποιείται συχνότατα  και ποικιλοτρόπως. Στο μεγαλύτερο μέρος της συλλογής λ.χ.  εξελίσσεται συνομιλία με διακεκριμένους του πνεύματος. Άλλοτε με το να προτίθεται βραχύτατο απόσπασμα του έργου τους, που προαναγγέλλει και ενισχύει την άποψη που πρόκειται να αναπτυχθεί, και άλλοτε με το να δημιουργείται υφολογικά συγκεκριμένη λογοτεχνική ατμόσφαιρα  η οποία εξυπηρετεί  την ολοκλήρωση της σκέψης του ποιητή (π.χ, καρυωτακική  ατμόσφαιρα).

Εκτός από τη μυθολογία,  η ελληνική ιστορία, σε όλες της τις περιόδους, αξιοποιείται για τη σύνθεση νέων συμβόλων. Αυτά ο αναγνώστης τα αντιλαμβάνεται σε πρώτη ανάγνωση. Η κατανόησή τους όμως απαιτεί και μια δεύτερη προσεκτικότερη προσέγγιση. Και ενώ στην εισαγωγή  ο ποιητής δίνει την υπόσχεση  να παραδώσει τα κλειδιά της ποίησής του στον αναγνώστη, πραγματοποιεί την υπόσχεση  μόνο εν μέρει. Μεγάλο μέρος «του ξεκλειδώματος» εναποτίθεται στον αποδέκτη της ποίησής του, από τον οποίο  ζητεί  ενεργητική πρόσληψη του έργου. Απευθύνεται, λοιπόν,  σε αναγνώστη που θα λειτουργεί ως   συνδημιουργός.

Ο αγώνας του ποιητή, από την αγωνιώδη αναζήτηση της λέξης μέχρι την ανάδειξη σημαντικών στιγμών του ανθρώπου με έντονο τον υπαρξιακό χαρακτήρα, αντανακλά και στη μορφή των ποιημάτων, όπου παρατηρείται μορφολογικός πλουραλισμός. Ποιήματα πεζόμορφα (λίγα), ποιήματα σε στίχους ανομοιοκτάληκτα (τα περισσότερα). Ποιήματα σε ελεύθερη ομοιοκαταληξία (αρκετά), με ομοιοκαταληξία (ελάχιστα), σε μορφή Σονέτου (μόλις 2). Σε μορφή Τριολέτου συναντούμε τρία τον αριθμό, στεγάζονται  στην ενότητα  Πεποικιλμένα και αποτελούν εξαιρετικά δείγματα του είδους.

Ο τύπος – κατά κανόνα – καλείται να συμπορευτεί με το περιεχόμενο. Στο ποίημα λ.χ. ΝΟΣΤΟΣ ΕΦΗΒΩΝ (σ.32) η τακτική χρονικά επανάληψη της συγγραφικής δραστηριότητας  από τον ποιητή αποδίδεται με την επανάληψη των ίδιων στίχων:

Κάθε μέρα,

ματιά  τη ματιά,

 με πληκτρολογώ στην οθόνη.

 

  Κάθε μέρα,

 ματιά τη ματιά,

 απομένω

 όλο και λιγότερος.

 

 όλο και περισσότερος

 επιστρέφω,

 ματιά τη ματιά ,

κάθε μέρα,

 

 στην οθόνη.  

Παράλληλα η μετάθεση των  στίχων κάθε μέρα,/ματιά τη ματιά,  από την 1η  θέση της α΄ και β΄στροφής στην 3η θέση  της γ΄ στροφής και η παράλληλη αντιμετάθεσή τους (ματιά τη ματιά , / κάθε μέρα,)δημιουργεί και τυπικά την έννοια της επιστροφής, αφού  το τελευταίο παρουσιάζεται ως πρώτο. Ταυτόχρονα η επιλογή αυτή (της επανάληψης των ίδιων λέξεων ή φράσεων) δημιουργεί ατμόσφαιρα μουσικότητας που παραπέμπει στους συμβολιστές του 19ου αιώνα. Αν συμψηφίσουμε δε και το ότι ή πολλαπλή επανάληψη της κατάληξης –τιά αποδίδει ηχητικά τον ήχο του πληκτρολογίου κατά τη διαδικασία της γραφής, τότε αντιλαμβανόμαστε πόσο προσεκτικά οργανώνεται η φόρμα των ποιημάτων, ώστε να συμπορεύεται εναρμονισμένα  με το περιεχόμενο.

Άλλο χαρακτηριστικό παράδειγμα επιτυχούς  συμπόρευσης φόρμας και περιεχομένου αποτελεί  το ποίημα ΧΑΡΤΟΠΟΛΤΟΣ,  όπου η έννοια της ανούσιας βαρετής και απογοητευτικής επανάληψης αποδίδεται με τη χρήση της ίδιας μονότονης συλλαβής ως κατάληξης όλων των στίχων. [5]

Συγκεφαλαιώνοντας μπορούμε να πούμε ότι η έννοια της ατέρμονης επιστροφής, της διαρκούς ανανέωσης διατρέχει και συνέχει την 5η ποιητική συλλογή, ΑΝΑΨΗΛΑΦΗΣΗ, Β΄,   του Νίκου Ι. Τζώρτζη. Την άποψη αυτή φαίνεται να υποστηρίζει και  η αφιέρωση  του βιβλίου στη μητέρα του ποιητή: Τση κερα-Μαρίνας. Όπου, πέρα από το συναφές νόημα των δίδυμων μαντινιάδων[6], που γίνεται αντιληπτό ως διαρκές  «αναχωρείν και  επιστρέφειν» (παιδί-ώριμος-παιδί …), προσέτι το  όνομα της μητέρας ,Μαρίνα, παραπέμπει στη θάλασσα που ποτέ δεν ησυχάζει, και ποτέ δεν είναι η ίδια, προδιαγράφοντας τοιουτοτρόπως τον χαρακτήρα της συλλογής .  

Ουσιαστική στο περιεχόμενο, γοητευτική  στη διαπραγμάτευση η νέα δημιουργία του Νίκου Ι.Τζώρτζη  κρίνεται πολύ αξιόλογη και εξαιρετικά ενδιαφέρουσα πρόταση ποίησης.

[1] Νίκος Ι.Τζώρτζης. ΑΝΑΨΗΛΑΦΗΣΗ,Β’, εκδ. ΚΕΔΡΟΣ, 2021

[2] « Ό, τι θα γράφω στο εξής θα το εξηγώ, / θ΄αρκεί μια ματιά για να ΄στε γνώστες / και δεν θ΄αφήνω πια τίποτα για σας / μα τίποτα, καλοί μου αναγνώστες.»

3 Γλωσσολογικά, καθότι η λέξη αναγνώστης ετυμολογείται  από την πρόθεση «ανά» και το ρήμα «γιγνώσκω». Φιλοσοφικά,  καθότι η γνώση , σύμφωνα με τον Πλάτωνα, είναι ανάμνηση, επειδή η ψυχή γνωρίζει ανέκαθεν.

[4] Πηχυαίοι τίτλοι. Πρωτοσέλιδα. ΧΑΙΝΡΙΧ ΜΠΕΛ (μετ. Χάρης Γιαννόπουλος)

[5] Χαρτοπολτός/ για τα νέα βιβλία που θα τυπωθούν, /  θα διατεθούν και θα πουληθούν. / για νέα βιβλία που θα διαβαστούν./ Από παλιά που πια δεν θα διατεθούν,/γιατί από κανέναν δεν θ’ αγοραστούν …..σ. (43).

[6] Εκτός από την συνεισφορά τους στο νοηματικό πεδίο, οι δυο  αυτές μαντινιάδες και φορμαλιστικά συνιστούν ενδιαφέρουσα ποιητική πρόταση, στο μέτρο που η ηχώ  των λέξεων αποδίδει την αιτούμενη ατμόσφαιρα.