Απόστολος Θηβαίος | Τρεις ευχές

© Bill Brandt

Από την σειρά
Των
ασφοδέλων

 

Ο χορός

Ο Πέτρος είναι φονιάς, φονιάς, φονιάς.

Η καρδιά του πάει να σταματήσει

Στους καρπούς του φίδια κυκλωτικά

Και από μακριά να φθάνουν

Τα κλαρίνα

Με τον άνεμο.

Κανείς δεν θα τον σώσει

Μια νύχτα από αυτές

Θα φύγει σαν Αυγερινός,

Θα φύγει

 

Ένα κορίτσι

Έχει ένα μικρό καντήλι

Δυο κατάμαυρες εικόνες

Και τον πλεκτό

Ισθμό

Με την παλιά κορνίζα.

Κοιμάται και ξυπνάει

Με την έννοια του

Κορίτσι πράμα,

Ακούει τα βήματά του

Και ακούει τις αλυσίδες

Νύχτα μες στο σπίτι,

κορίτσι πράμα.


Και ο σκοτωμένος

Κανείς τους δεν μιλά.

Κάθονται πάνω

 Στα σαπισμένα ξύλα

Κοιτάζονται

Γυρεύουν στις τσέπες τους

Τα μυστικά δώρα.

Το βλέμμα τους είναι βαθύ

Σαν τελευταίο.

Άλλος κρατά τον κόρφο του

Κάποιος άλλος

κρύβει το πρόσωπό του

Και μια γυναίκα

Δίχως μάτια

Κρατεί την λύρα

Μα δεν παίζει.

Κάθε τόσο ένας ένας

Επιστρέφουν

Μα οι σκοτωμένοι

Για τον έρωτα,

Ω αυτοί,

Δεν έχουν ύπνο

Και όλο τρέμουν

Νερένιοι.

Εμείς δεν τους ακούμε

Στην κάμαρη τους

όταν πονάνε

και μετανιώνουν.

 

 Η ίδια ιστορία βρίσκεται γραμμένη απόψε στα ψιλά μιας καθημερινής εφημερίδας. Υπήρξε ένα θλιβερό, ερωτικό φινάλε μιας θυελλώδους υποθέσεως. Διαθέτει ωστόσο άλλες λέξεις και τηλεγραφική αναφορά των γεγονότων.  Συμβαίνουν αυτά, δηλαδή υπάρχουν άνθρωποι που γίνονται παρανάλωμα και υπάρχουν ακόμη πάθη αδυσώπητα και η πλησμονή των λέξεων. Ο καθένας που συζητά αυτήν την ιστορία φτιάνει την δική του εκδοχή και έτσι ανάμεσά μας επιβιώνουν σήμερα παράξενες μυθολογίες. Όμως, όλοι παραδέχονται σαν ζαλιστούν απ’ το ψέμα πως το πλήθος γύρεψε τον φονιά μπαίνοντας σε όλα τα σπίτια εκείνης της πολιτείας. Πως ένα κορίτσι έχασε για πάντα την αγάπη και πως ο σκοτωμένος από τον έρωτα θυμίζει εκείνον που δεν φτάνει πουθενά.

Απόστολος Θηβαίος