Σύντομο κριτικό σημείωμα για Το βιβλίο των χεριών (Εκδόσεις Θράκα 2023) του Αντώνη Μπαλασόπουλου

Γράφει ο Αναστάσης Πισσούριος

Ο τίτλος του έργου Το βιβλίο των χεριών του Α. Μπαλασόπουλου από τις εκδόσεις Θράκα μας προϊδεάζει εκ πρώτης όψεως για το τι πραγματεύεται η συγκεκριμένη συλλογή ποιημάτων. Τα χέρια γίνονται ο άξονας γύρω από τον οποίο συνθέτει ο ποιητής το ποιητικό του έργο. Για να κάνει σαφή την έννοια των χεριών ο ποιητής συμπεριλαμβάνει στη συλλογή το Επίμετρο. Το Επίμετρο ορίζει ως πυξίδα τις κατευθυντήριες γραμμές κατανόησης των ποιημάτων. Τα χέρια για τον ποιητή είναι ο ίδιος ο άνθρωπος όταν φτιάχνει και δημιουργεί κι όταν καταστρέφει επίσης. Η ιστορία του ανθρώπου είναι τα χέρια του και παράλληλα τα χέρια του γίνονται η γλώσσα του: «Το χέρι μιλά, ακόμα και χωρίς στόμα», γράφει μεταξύ άλλων ο ποιητής στο Επίμετρο. Δεν υπάρχει ιστορία χωρίς τον Λόγο ούτε προφανώς Λόγος χωρίς ιστορία. Για τον Μπαλασόπουλο τα χέρια γίνονται η διαμεσολαβητική αρχή μεταξύ του Λόγου και της ιστορίας. «Τώρα που με τα χέρια του μιλά» (Η επιστροφή στο λευκό), αν και χωρίς στόμα, ο άνθρωπος μπορεί και λέει την ιστορία του. Αυτή η απόπειρα μετατόπισης που επιδιώκει ο ποιητής να φορέσει στα χέρια τον Λόγο, αλλά χωρίς να ταυτίζεται μ’ αυτόν, έχω την εντύπωση ότι κάνει αυτή τη συλλογή ακόμα πιο ξεχωριστή. Ενώ γίνεται σαφές ότι τα χέρια δημιουργούν την ιστορία του ανθρώπου παράλληλα ο ποιητής αποκηρύσσει τα ίδια τα χέρια αφού τώρα μάλλον «μπορεί και να τον αποχαιρετούν, οικεία και αδέκαστα, όπως του πρέπει» (Επίμετρο) κάτι που δεν μπορεί να κάνει ο Λόγος ή η ιστορία. Σ’ αυτόν τον «αδέκαστο αποχαιρετισμό» εγγράφεται η ιστορική πιθανότητα ενός αποχαιρετισμού των ζώων στο ανθρώπινο είδος, όπως αναφέρεται στο ποίημα «Ο αποχαιρετισμός της Μαμάς», που αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο του «τέλους του ανθρώπου». Είναι σημαντικό ότι στο Βιβλίο των πλασμάτων (Εκδόσεις Σαιξπηρικόν 2021) το ποίημα Ο θάνατος του Jacob von Uexküll αφορά το τέλος ενός ανθρώπου, καθρεφτίζοντας έτσι το προτελευταίο ποίημα στο Βιβλίο των χεριών, που αφορά τον θάνατο ενός χιμπατζή. 

Τα χέρια στη συλλογή είναι ήδη συχνά ακρωτηριασμένα αν και ακόμα κι έτσι «δάχτυλα φυτρώσανε» (Αμερικάνικες σπουδές, Τα χέρια του Ben Shahn). Είναι ακρωτηριασμένα στο βαθμό που τους βαραίνει η αυτονομία. Ο ποιητής «φοράει τα μάτια του στα δάχτυλα» (Θωμάς και Ιησούς, 1602), όχι όμως για να κοιτάξει γύρω του αλλά για να τα ξεριζώσει. Δεν μπορείς να βγάλεις τα μάτια με τα μάτια γι’ αυτό χρειάζονται τα δάχτυλα και τα νύχια μαζί. Δάχτυλα ξένα όπως «πολλές φορές, [και] ο Egon Schiele φέρθηκε / στα χέρια του σαν σε δύο ξένους» (Gestus). Νύχια, νύχια σαν «χρυσές καρφίτσες»1 κρεμασμένα στο σώμα του άλλου. Δάχτυλα και νύχια χτυπούν τις κόρες των ματιών μέχρι να βγει μια «αιμάτινη βροχή» κάτι σαν «χαλάζι μαύρο»2. Και μόνο τότε πια ο ποιητής «στις άκρες των δαχτύλων» (Η διαδικασία, πάλι) του «φοράει στα μάτια του τα δάχτυλα» (Θωμάς και Ιησούς, 1602) κι αρχίζει να μιλάει μ’ ένα δέρμα κάτω απ’ το δέρμα:

«Ωσάν να υπήρχε
ένα άλλο δέρμα που κοιμάται,
γυρισμένο ανάσκελα,
κάτω απ’ το δέρμα.» (Ο επαίτης)

Δεν υπάρχει πια επιστροφή στην «ώρα του Λόγου που τραυλίζει». Δεν υπάρχει επιστροφή άπαξ και το χέρι γεννήθηκε ως να «γεννήθηκε μια γέννα» (Το χέρι του Θεού). Κατά συνέπεια, Το βιβλίο των χεριών δεν φαίνεται να είναι αφιερωμένο στα χέρια και δεν χαρακτηρίζεται μάλλον ούτε σαν εγκώμιο γι’ αυτά. Η ποίηση στη συλλογή τραβάει τα χέρια από τη σκοτεινή πλευρά της ψυχής και μας τα παραδίδει:       

«χαραγμένοι στον δείκτη
στους αντίχειρες
οι σπασμένοι σύνδεσμοι
στη σκοτεινή πλευρά»4 (Συνεκδοχή)

Μας τα παραδίδει όχι ως χέρια τέτοια με δάχτυλα και παλάμες αλλά ως κάτι ξένο, που υπολείπεται και «ιχνηλατεί τις ακτογραμμές του πόνου» (Θωμάς και Ιησούς, 1602):

«Τα δάχτυλά της
παραπομπές του οστού,
μετέωρα ανάμεσα στη σάρκα
και στο υπόλειμμα:
κουρέλι, μαριονέτα ή ψυχή;» (Μια μπαλαρίνα)

Η εσωτερική πτυχή των αφανών νεύρων στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι χαρακτηριστικό στοιχείο στην ποίηση του Αντώνη Μπαλασόπουλου. Μας εισάγει για παράδειγμα σ’ ένα υποδερμικό κόσμο, αφού μας πετάει παράλληλα έναν μανδύα σκιά «που πιάνει / να βλαστήσει σε σκιές» (Πλατεία δεξαμενής). Η εσωτερική πτυχή της ποίησής του λειτουργεί αίροντας τη δυνατότητα διατηρώντας την όμως ως αλήθεια:

«ν’ ακούσω ό,τι ακούγεται
χωρίς αυτιά» (Η επιστροφή στο λευκό)

ή όταν:

«με το πινέλο στο χέρι,
που ήδη δεν ήταν πινέλο, ήταν μόνο
τα δάχτυλά του γαλάζια και φευγαλέα,
ήταν μόνο τα δάχτυλά του καπνός,
κι ο ίδιος αυτός, ο πάντα αόρατος στο κάδρο.» (Impressio).

Αν η ποίηση για τον κ. Μπαλασοπουλο «έχει μόνο δάχτυλα» (Εξόδιο) τότε ο κ. Μπαλασόπουλος φαίνεται ότι δεν γράφει γιατί έχει κάτι στο μυαλό του να πει αλλά μάλλον γράφει μόνο με τα δεμένα των άλλων χέρια.

 

1. «χρυσηλάτους περόνας» στ: 1268, Σοφοκλής, Οιδίπους Τύραννος.

2. «μέλας ὄμβρος χάλαζά θ᾽ αἱματοῦσσ᾽ ἐτέγγετο» στ: 1278-1279, Σοφοκλής, Οιδίπους Τύραννος.

3. https://dialogos.com.cy/to-traylisma-toy-logoy-gia-to-pollaplotites-toy-midenos-toy-antoni-mpalasopoyloy/

4.Το ποίημα Συνεκδοχή διαβάζεται οριζόντια αλλά και κάθετα. Στη συγκεκριμένη περίπτωση η ανάγνωση γίνεται κάθετα, μιμούμενη την κατάβαση στις στοές.