Σπάρτακος Αναγνωσταράς | Δύο ποιήματα

© Bernard Plossu

Ονοματικός προσδιορισμός

Γεννήθηκα
από το γαλάζιο Αιγαίο
και ψήλωσα
περισσότερο από
τα ξεραμένα αγκάθια,
προτού νιώσω την μυρωδιά
από το θυμάρι
του θαλασσινού αγέρα.
Αρμένισα τη θάλασσα
συντροφιά με γοργόνες
στεφανωνένες με μέδουσες.
Όταν πρωτάνοιξα τα παντζούρια μου,
μια γάτα ακούμπησε τον λαιμό της
στο παραθύρι μου
κι ένα ζευγάρι σπουργιτιών
διέκοψε με το τραγούδι του
τον ήχο της κινούμενης άμμου
στον βυθό των σκέψεων μου.
Τα ηφαίστεια έπλασαν τις λέξεις μου.
Οι ελιές και οι λεμονιές
μου έδωσαν όνομα,
πλασμένο από τη θαλπωρή των ονείρων
του καλοκαιριού,
πριν δώσω όνομα στον θόρυβο του δρόμου
και στην σιωπή του μονοπατιού
στα ποιήματα μου.


 

Ορεινή επαρχία

“Βλέπεις τα πρόβατα;”,
μου λες.
“Σαν σύννεφα
από βαμβάκι
αναπαύονται όλα μαζί,
το ένα δίπλα στο άλλο,
κάτω στο χώμα”,
συνεχίζεις.
“Είμαι Λέων”,
μου λες.
“Εσύ τι ζώδιο είσαι;”,
με ρωτάς.
“Τοξότης”, σου λέω.
Μα εμένα
η ματιά μου αποτυπώνεται
στην όψη
του τεράστιου λιθαριού.
Ο μύθος λέει ότι
εκεί
το κοπάδι
μιας ηλικιωμένης γυναίκας
πέτρωσε.
Ακούω ακόμα τον ήχο από τα κουδούνια
των προβάτων.
Θέλω να αιχμαλωτίσω τον ήλιο
προτού κρυφτεί
στις επάλληλες οροσειρές βουνών
και να σου τον χαρίσω.
Όμως το βλέμμα σου
αναπαύεται στο λίκνισμα
των σπάρτων.
Αχ, αυτό το βλέμμα σου.
Σκόνταψε στη σκιά μου
στον βράχο
πριν τη δύση του ηλίου.

 


Ο Σπάρτακος Αναγνωσταράς γεννήθηκε στην Αθήνα. Η ποίησή του έχει εμφανιστεί στα παρακάτω λογοτεχνικά περιοδικά: North Dakota Quarterly, the Crank και Boundless 2022: the anthology of the Rio Grande Valley International Poetry Festival.