Νικολέττα Σίμωνος | Δύο ποιήματα

© René Burri


[Στη θάλασσα του Νικολά]

Η υποψία της χολής μαυρίζει χώματα και τρώει. Παιδί που δεν είσαι κανείς. Κι είσαι τα πάντα με το γέλιο της ψυχής σου. Σου το ’χουν κλέψει για, μα κάτι τύποι σα κι εμέ το βλέπουν στη μορφή σου. Έλα να σε φιλέψω, βρε γιαβρί, να φάμε κι άσπρο πάτο δεκαράκι. Τσιγάρο άφιλτρο τα ξημερώματα εσύ και κάτι ξίδια σου για να ξεχάσεις. Κι εγώ με ζάναξ, να νομίζω πως κοιμάμαι κι όλα ντάξει στη ζωή. Μη μου χτενίζεις τα μαλλιά, γλυκό μου, να χαρείς. Τα δάχτυλά σου μπλέξε μέσα κει και κάνε μασαζάκι. Κι εγώ στον τοίχο απέναντι τον μπλε του Νικολά ντε Σταλ θα ζωγραφίσω κύματα λευκά. Έλα να πιάσουμε μαζί να ρίχνουμε μες στο νερό τα βοτσαλάκια. Μα το θεό, πόσο ωραία τα περνάμε στο σαλόνι. Να ’ρχεσαι, βρε γιαβρί. Κάποια άλλη μέρα στη θάλασσα του Νικολά να κολυμπήσουμε όπως μας γέννησε η μάνα μας παρέα. Παιδί που δεν είσαι κανείς. Κι όμως τα πάντα είσαι με το γέλιο της ψυχής σου.


[Άρωμα πορτοκάλι]

Δυο φιλιά ρουφηχτά κι ύστερα γεια, εσύ στο αστρικό παλάτι σου κι εγώ στην καλύβα μου στο δάσος, με το τζάκι και τις κατάλευκες φλοκάτες μου. Ο ορφανός είναι για όλα ξένος, είπε ο ποιητής που το ’ζησε στο πετσί του, μα το χαμόγελό του είναι από όλα το πιο γλυκό γιατί πολύ τον πόνο εγνώρισε. Στρώνω τους αγγέλους μου πάνω τους να ξαποστάσεις, είπα. Εγώ είπα, αλλά εσύ με άκουσες; Σ’ αρέσει, λες, να πηδάς μες στα λασπόνερα σαν τα μαθητούδια στο δρόμο για το σπίτι μια μέρα φθινοπώρου. Το κάναμε κι εμείς κάποτε, θυμάσαι; Μα εγώ πιότερο αγαπούσα το πελώριο πορτοκαλόφυλλο που ’βαζα ν’ αρμενίζει μες στη λιμνούλα τη μικρή, κι ήτανε σάμπως και πορτοκάλι ευωδίαζε το βρώμικο νερό της. Εγώ πηδούσα μεμιάς μέσα στη βάρκα μου κι εσύ, από το αστρικό παλάτι σου, μου φώναζες με νεύρο να πάψω το παιγνίδι και να φύγω. «Δε θέλω να βλέπω πως ζεις τη ζωή γιατί έτσι αντιλαμβάνομαι ότι εγώ έχω ήδη πεθάνει», μου ’λεγες. Κι ήμασταν μικρά παιδιά. Το ίδιο μου φώναξες και σήμερα, όταν ανέβηκα κι έπιασα να χοροπηδώ πάνω στο κρεβάτι. Κι εγώ, σκέψου, τότε σε αγαπούσα. Κι εγώ, σκέψου, και τώρα σ’ αγαπώ. Ακόμα πιο πολύ, όμως.

 


Η Νικολέττα Σίμωνος κατάγεται από τη Λευκωσία. Είναι απόφοιτη του Τμήματος Ξένων Γλωσσών, Μετάφρασης και Διερμηνείας του Ιονίου Πανεπιστημίου και μεταπτυχιακή φοιτήτρια Δημιουργικής Γραφής στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο. Εργάζεται ως μεταφράστρια και επιμελήτρια. Ποιήματα και μεταφράσεις της έχουν δημοσιευτεί σε έντυπα και ηλεκτρονικά λογοτεχνικά περιοδικά και ανθολογίες.