Μη αναστρέψιμη αντιστροφή | Του Αντώνη Τσόκου

© Γεωργία Τσόκου

Αγαπητέ Λούις,
σου γράφω αυτό το γράμμα που άλλο σκοπό δεν έχει παρά την εξιστόρηση μιας παράξενης ιστορίας. Όπως γνωρίζεις, τα τελευταία καλοκαίρια παραθερίζω στην εξοχική κατοικία που κληρονόμησα από τον θείο Νικηφόρο. Τον αδερφό του πατέρα μου. Ο θείος, όσο κι αν προσπάθησε, δικά του παιδιά δεν απόκτησε. Ομολογώ πως στάθηκα αρκετά τυχερός αφού ο πατέρας μου σπατάλησε την περιουσία μας σε ακριβά υφάσματα και μεταξωτές γυναίκες.
Οι νύχτες στην εξοχή είναι κοφτές κι απότομες. Οι παρέες λιγοστές. Οι περισσότεροι φίλοι του θείου έχουν διασκορπιστεί σε κοιμητήρια της αρεσκείας τους. Τα σπίτια παραμένουν κλειστά. Οι κληρονόμοι δεν δείχνουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Ο τόπος έχει απολέσει την παλιά του αίγλη.
Μοναδικός σύντροφος στο νεκρικό αυτό θέρετρο είναι ο γιατρός Ηλιάδης. Ο τελευταίος εν ζωή φίλος του θείου. Με τον γιατρό μοιραζόμαστε το άσβεστο πάθος των λέξεων. Η σχέση του μαζί τους είναι σχεδόν ερωτική. Τις χαϊδεύει με τα χείλη. Δεν τις χρησιμοποιεί σαν εργαλεία επικοινωνίας αλλά σαν ερωτικές συντρόφους.
Οι επισκέψεις του γιατρού γίνονται σε καθημερινή βάση. Πάντα μετά τη δύση του ηλίου. Η έλλειψη φυσικού φωτισμού κάνει το σώμα διαυγές. Φαίνονται ευκρινώς τα σκουλήκια που τρώνε τα σωθικά μας. Έτσι ισχυρίζεται. Το δικό μου σκουλήκι βρίσκεται εγκατεστημένο στην καρδιά. Τη μαδά σαν μαργαρίτα.
Στις αρχές του μήνα προστέθηκε στη συντροφιά μας ο Έρικ. Συνταξιούχος ταχυδρόμος. Γεννημένος στην Ολλανδία. Μεγαλωμένος στον τόπο μας από Ελληνίδα μητέρα και Ολλανδό πατέρα. Ο Έρικ υπηρέτησε στα Ελληνικά ταχυδρομεία κατά την περίοδο εκείνη όπου οι άνθρωποι συνέτασσαν επιστολές. Κάθε είδους. Φιλικές, επαγγελματικές, ερωτικές. Την εποχή εκείνη, οι δερμάτινες τσάντες των ταχυδρόμων φούσκωναν από αφηγήματα του ενός αναγνώστη. Ο Έρικ υπήρξε ένας ακούραστος αχθοφόρος λέξεων.
Ο γραμματοκομιστής – έτσι άρεσε στον γιατρό να τον προσφωνεί – αποδείχτηκε ανεξάντλητη πηγή ιστοριών. Με διαβατήριο την αφηγηματική δεινότητά του πέρασε τα σφιχτά σύνορα της παρέας μας. Η πλειονότητα των ιστοριών του είχαν αφετηρία ή τερματισμό τα ταχυδρομικά κιβώτια. Ο ποιητικός του λόγος αρχικά μας εντυπωσίασε. Αργότερα μας προβλημάτισε. Στο τέλος, μας έβαλε σε υποψίες.
Μετά από αρκετή σκέψη, καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι ο λυρισμός στην ομιλία του ήταν ένα λεκτικό τρικ που σκοπό είχε την αποφυγή από μέρους του της εκφοράς λέξεων που περιείχαν τα σύμφωνα φι και θήτα.
Την πιο προσφιλή λέξη του καλοκαιριού δεν την ακούσαμε ποτέ από εκείνον. Η θάλασσα έβγαινε από τα χείλη του ως «υγρή γαλάζια έκταση». Ο φάκελος, ως «χάρτινο περίβλημα επιστολών». Θα μπορούσα να παραθέσω κι άλλα παραδείγματα αλλά φοβάμαι ότι θα σε κουράσω.
Τόσο ο γιατρός όσο κι εγώ υποθέσαμε πως πίσω απ’ αυτό το τρικ κρυβόταν ένα σύνηθες πρόβλημα άρθρωσης. Ο τρόπος με τον οποίο ο ταχυδρόμος προσπαθούσε να κρύψει το πρόβλημα στην ομιλία του μας προκάλεσε αμέριστη συγκίνηση και σεβασμό. Προχωρώντας μάλιστα σε μια κίνηση αλληλεγγύης, καταργήσαμε κι εμείς από το λεξιλόγιό μας τα δύο ύπουλα σύμφωνα. Στην αρχή δυσκολευτήκαμε. Γρήγορα όμως η διαδικασία άρχισε να μας εξάπτει το ενδιαφέρον. Οι συζητήσεις μας είχαν εξελιχτεί σ’ ένα άτυπο παιχνίδι λέξεων. Το πρόβλημα του Έρικ είχε δώσει χρώμα στην καθημερινότητά μας.
Τα χρώματα βέβαια γρήγορα ξεθωριάζουν. Το δικό μας έχασε τη λάμψη του ανήμερα των γενεθλίων μου. Βρισκόμασταν στον «Μερακλή». Το μοναδικό ουζερί που άντεξε στον χρόνο. Ο ταχυδρόμος κατέβαζε το τρίτο καραφάκι. Ο γιατρός Ηλιάδης εξιστορούσε μια ιστορία από τον στρατό προσπερνώντας μαεστρικά τον σκόπελο του θαλαμοφύλακα, μετονομάζοντας τον σε «ξυπνητήρι του στρατεύματος».
Εν μέσω χαλαρής διάθεσης και ελαφριάς μέθης, δεν προσέξαμε το νεαρό κορίτσι που πλησίασε στο τραπέζι μας. Μια κοπέλα με ροδαλό πρόσωπο και μάτια όμοια με αυτά του ταχυδρόμου.
Να σας συστήσω την κόρη μου, είπε με ενθουσιασμό ο Έρικ όταν αντιλήφθηκε την παρουσία της. Κι απευθυνόμενος σε εκείνη συμπλήρωσε: Θανή, αυτοί είναι οι θίλοι μου για τους οποίους…
Επικράτησε παγωμάρα. Η κόρη του ταχυδρόμου μάς χαιρέτησε και αποχώρησε ευγενικά. Εκείνος έμεινε για ώρα σιωπηλός. Όταν η σιωπή έφτασε στο απροχώρητο, ο γιατρός ξερόβηξε και απευθυνόμενος στον ταχυδρόμο με ύφος αυστηρά επαγγελματικό, είπε: Μη αναστρέψιμη αντιστροφή. Η πιο σπάνια διαταραχή του λόγου, κατά την οποία ο ασθενής αντιστρέφει δύο άφωνα σύμφωνα. Εσάς σας χτύπησε στο Φι και στο Θήτα. Την συγκεκριμένη νόσο εμφανίζουν, αποκλειστικά, άνθρωποι με υψηλό δείκτη νοημοσύνης. Αγαπητέ, η φύση σας χάρισε ένα παράσημο το οποίο εσείς αντί να το επιδεικνύετε, το κρύβετε επιμελώς. Η ταπεινότητά σας είναι άξια πολλών επαίνων.
Από εκείνο το βράδυ ο ταχυδρόμος απελευθερώθηκε. Μαζί μ’ αυτόν κι οι λέξεις που κατάπινε από ντροπή όλο το καλοκαίρι. Δεν θέλησα να μάθω αν η διάγνωση του γιατρού ήταν αληθινή ή όχι. Την ίδια στάση κράτησε και ο ίδιος ο «ασθενής».
Αυτή έμελε να είναι η πρώτη και τελευταία διάγνωση του γιατρού Ηλιάδη για τον συμπαθή μας φίλο. Μία εβδομάδα μετά την επιστροφή του στην πόλη ο ταχυδρόμος υπέστη καρδιακή προσβολή. Πέθανε στον ύπνο του. Λίγο πριν το ξημέρωμα. Ήταν τόσο σεμνός που ο θάνατος δεν μπόρεσε να τον κοιτάξει στα μάτια.

Με φιλικούς χαιρετισμούς,
Φ. Θ.