Χρήστος Χ. Σακελλαρίδης | Τέσσερα ποιήματα

© Richard Kalvar

[Κοπάδια]

Ξεκίνησε
το ρολόι σημαίνει πως είσαι εδώ
μένουν στο σπίτι

μετακομίσεις της μνήμης
οι οικογένειες

σπόροι που ταξίδεψαν

Με μένος του λένε
μάθε.
Μίλα μας.
Φόρα τα χρώματά μας.
Μην ξεχνάς.

*

Όμως εκείνος έγινε
σκιάχτρο από μέλι
υγρό ξύλο
ο ύπνος των πουλιών
γελαστός
αίλουρος του δρόμου
αυτόνομος
σπάγγος της οροφής
χειριστής
κολλημένων τροχών. 

Για τι γυρνάνε;
Για τι προσπαθούν;

*

Στις δώδεκα στο σταθμό
τα πολυβόλα
τα τελευταία τρένα
κοκκάλωσαν.

Από τα μεγάφωνα
βγήκε ένας χάρακας.

Ζήτησε από όλους
χρήματα για φάρμακα
μέτρησε τα άκρα τους
θήρεψε λάφυρα.

 *

Δεν υπάρχουν πλέον οι πλαγιές.
Έπεσαν τα βουνά
σε γεμάτα ασθενοφόρα.

Οι ιαχές
οι έλεγχοι
οι πύραυλοι
οι ασθενείς
θάβονται μαζί
κάτω απ’ το χαλί.

Το παιδί στο πάνω σπίτι
γυρνάει ένα χερούλι·
στο δίπλα διαμέρισμα
ηχεί κάποια κραυγή.

 Μεθυσμένη κλαίει μετά
σκοντάφτοντας στο ρέμα.

Ψάχνει να κοιμηθεί
να βρει μία ήρεμη φωνή
ένα θηρίο που να μιλάει.

*

Τι είναι οι άνθρωποι για σένα;

Εγώ θα ήθελα να τους δω
να κουνάνε τα χέρια
ανήμποροι να μιλήσουν.

Να ακούν τον κεραυνό
βουβό χωρίς βροντή
ακαριαίο˙
να προσέχουν
πώς οι ρίζες του
διαδίδονται
σκόρπιες ιστορίες
στο αιχμηρό τοπίο.

*

Ανάμεσα στα δέντρα
βρίσκεται ένα κτίριο
που δε έχει φώτα˙
ούτε ένα λυχνάρι
ούτε καν ένα κερί.

Οι σκιές που ζουν εκεί
βάζουν τα λόγια μας
σε μία σιωπηλή εστία
για προσάναμμα.

Να, λένε,
αυτό είναι οι άνθρωποι.

 


[Ο Κασπάρ και ο Μινώταυρος]

Το γάλα της αγελάδας
λείος χρυσός στο παντελόνι
ο Κασπάρ κατάπληκτος
μπροστά απ΄την ιτιά
έπιασε να μελετήσει
τα ονόματα των δέντρων.

Ο αέρας έγειρε
στη φυλλωσιά—Μην κουνάς
ο Κασπάρ είναι υπομονετικός
είπε ο Κασπάρ μα δίχως δέος.

Στην καταιγίδα — στάσου εκεί
μη μιλάς — ξύπνιος

μπήκε και κρύφτηκε
στον κορμό μιας βελανιδιάς.

Του ταύρου το μαύρο κεφάλι.  

Τα πλοία του δάσους
ύψωσαν νικητήρια πανιά
μία πόρτα χωρίς κλειδαριά
στη γωνία στα σκοτεινά
ο Κασπάρ είδε τον Κασπάρ
να κρατάει βιβλία.

Στο πατρικό —Μη ρωτάς μη λες
ο Κασπάρ είναι νόμος ιερός
ο ψίθυρος χτυπά τους τοίχους

αντιλαλεί σαν πυρσός.
Μια σιδερένια κλαγγή, λάμπει
το πελέκι στην πέτρα, η βοή
του μακρινού νερού, η καταπακτή.

 Κασπάρ οι πόρτες ανοίγουν
με κλειδί. Κασπάρ οι γραμμές
είναι ίδιες παντού όπου —εμείς
είμαστε τα καλύτερα
όρθια θηρία
οι σοφοί λαοί. 

Ο Κασπάρ σοφός
έμαθε να σκοτώνει
του ταύρου το μαύρο κεφάλι˙
το μυαλό του τώρα κόβει
όποτε εκείνος ματώνει.

 


[Άστεγη Σειρήνα]

Το φλας μιας μηχανής
το βρόμικο πέρασμα
κάτω απ’ τα τρένα
οι βηματισμοί, οι φακοί
τα ουρλιαχτά
χτυπάνε τη νύχτα.

 Βοήθα με να ησυχάσω.

 Είναι τραχιά η μνήμη μου
απ’ τα βράχια. Κολύμπησα
και δεν έχω όνομα˙
το αλάτι μου ροκάνισε το πρόσωπο
ενώ τα χέρια κράταγαν σφιχτά
και τα σώματα χάνονταν
αδιάλειπτα.

 Βάλε με στο κρεβάτι.  

Αναδύεται από το βυθό
το κρύο φεγγάρι, ένα φρούριο
το τραγούδι των σειρήνων
που τρυπάει τη θάλασσα.

 Λέει πως περάσανε ανώνυμα
ταλαντευτήκανε χωρίς τελειωμό
φτάσανε στα λιμάνια, στις ακτές
και πνιγήκανε.

 


[Argentiera]

Σπάγκος στον ήλιο
τα απλωμένα λιβάδια
όλα διάφανα — πες
ο κίτρινος κατακλυσμός
το μονοπάτι κηρήθρα
ή κέλυφος χελώνας
η άμμος που στεγνώνει
στα κοιλώματα των βράχων
το πρωί το συνεχές
γέλιο του μετατροπέα
—ηλεκτρικό τζιτζίκι—
πες σ’ όλο το νησί πως
η αρμύρα μάχεται
να διατηρήσει τη θάλασσα.

 


Ο Χρήστος Χ. Σακελλαρίδης γεννήθηκε στο Λονδίνο και μεγάλωσε στο Ρέθυμνο. Σπούδασε Αγγλική Φιλολογία, Κοινωνική Ανθρωπολογία και Παιδαγωγική στη Βρετανία. Ποιήματα και μεταφράσεις του έχουν δημοσιευθεί σε περιοδικά και ανθολογίες στα αγγλικά, τα ελληνικά και τα ιταλικά. Συμμετέχει ως αναγνώστης σε ποιητικές εκδηλώσεις και είναι συμπαραγωγός του motion ποιήματος ‘Transmission’ (https://vimeo.com/190275599). Εργάζεται ως εκπαιδευτικός και μεταφραστής/επιμελητής κειμένων.