Ρογήρος Δέξτερ | Σχεδία

© André Kertész

“Ωδή των Νυμφών”
[σπαράγματα]

Καπνογένειου
τού
Μαΐστορος

(Θυμίαμα : μάννα)

 

Άκου τα λόγια μου
Διαβ[άτ]η των στίχων που περ[νάς]
Εμένα που οι [Μ]οίρες
Με κερ[νούν]
Ολοένα τής πίκρας το μέ[λι]
[…] Ρόδινα δάχτυλα
Πλ[έκουν] χαίτ[ες αλ]όγων
Λες και γυρεύουν […] να καλ[πάσουν] στην ευδαιμονία
[Και] τότε γέλια παρά[φορα]
Τρανταχτά στα ρέ[ματα] αντηχούν
Οξύνοντας αισθήσεις
Μες στις κρυστάλ[λινες πηγ]ές
Όπου με τρόπο πανη[γυρικό οι γυν]αίκες
Γλυκαίνουν τα χαρά[γματα]
Στην πλάκα τα σκ[ουτιά] τους
Τραγ[ουδώντας]
[…]Καθώς ζάρια τα χρ[όνια]
Ποιος θεός τα σκόρπ[ισε] δίκ[αια]
[…]Τα μεσημέρια που κάθομαι κι αναμετρώ
Τις μέρες μου
Είτε νύχ[τα βαθ]ιά στο φως τού φεγ[γαριού]
Ακούγ[ονται] σουραύλια με τραγ[ούδια]
Μόλις βουβαίνονται
Κρίνα λευκά  [που] ευωδιά[ζουν]
Τα τζι[τζίκια]
[Και]τα ωραία νάκαρα αρχι[νούν]
[…]Ο χορός στροβιλίζεται όπως
Ο έν[αστρος κόσ]μος ο [εν]αρμόνιος
Χρυσά αν[εμίζ]ουν πέπλα στις φυλ[λωσιές]
Ξεφωνητά κι αέρ[ινα πατήμα]τα στο άλ[σος]
Ψίθυροι πιο γλ[υκοί] κι από το βού[ισμα]
Των μελι[σσών στα λιβ]άδια τού ήλ[ιου]
[…]Κοίτα καλά στα βάθη
Εισάκουσε τις χάρες τού λόγου
Τις καλές αναμνήσεις
Νά τες έρχονται
Πάνω στην αφρισμένη κιθ[άρα] τού μεγά[λου] ποταμού
Πάνω στον άν[εμο και με] τα [σύν]νεφα
Ας είναι ευνοϊκές στους μύστες
Ας στάξουν το ιερό τους νά[μα] στη λαλιά μας
Εκείνες που βόσκουν στις ράχες τού ύπνου τα όνειρα
Σαν την πεντάμορφη Σαρκία 
Τη νεραοιδό που ο Ίμερος αγάπησε
Φαινόμεναι ἀφανεῖς λιγυραί λευχείμονες
Φτάνουν γελ[ώντας δυν]ατά
Με άσματα που λυτρώνουν απ’ τίς μέριμνες
Ν’ αγγίξουν τα δ[έντρα που ροδά]μισαν
Να φτιάξουν στεφ[άνια από ά]νθη…
Ω Άνοιξη
Κόρη γεμάτη καρπούς που νέοι αγαπ[ήσαμε]
Και η καρδιά[……]
[Ίσ]ως [για]τί
Βέδυ νυμφάων καταλείβεται ἀγλαόν ὕδωρ
Μέχρι που οι σοδειές ξεχει[λίζουν]
Στα χαρμ[όσυνα πιθ]άρια των ξω[μάχων]
Και μένα το φτωχό θνητό που ψέλνω
Σιγά στις όχθες τού νερού
Κάτω απ’ τά δέντρα των δρυάδων
+Πάνε να με ζουρλάνουν+
Φων[ές μελ]ωδικές
Με ξεμυαλίζουν
Με τα γυμ[νά τους θέλ]γητρα
[…]Ώσπου είναι ορισμένο
Σιμ[ώνει η ώρ]α να σωπ[άσω]
Και από αυτόν τον τετρά[στυλο κόσ]μο να χαθώ
Σμίγ[οντας με] τις ψυχές των νεκ[ρών] μου
Στους κάτω λειμ[ώνες] στα τάρ[ταρ]α.