Όρσα Δρετάκη | Εκηβόλος αθιβολή

© Ray K. Metzker

Ομίχλη. Πάλλεται. Ως η περί πολλά τυρβάζουσα νύχτα. Ως ο περί πολλά τυρβάζων νους. Μακρινό βλέμμα. Στις εσχατιές των καιρών και των χρόνων. Και ένας ουρανός- μελάνι, γράφει. Ότι ειπώθηκε. Και ότι δεν ειπώθηκε. Δούρειος ίππος ο καπνός, τσιγάρου που σιγοκαίει. Όπως η μεταμφιεσμένη μουσική του περιβάλλοντος χώρου. Ήχοι σιωπηλοί. Νομίζεις πως ξεμακραίνουν. Γιατί ξεμακραίνεις εσύ. Σε πέλαγο νυχτερινό, με όλα τ’ άστρη του. Να καθρεφτίζονται. Στο πριν και στο τώρα. Να υφαίνουν το αύριο. Που δεν θ’ αργήσει να ‘ρθει. Οι νύχτες είναι περιέργως μικρές όταν μεγαλώνει η αγρύπνια. Της ψυχής. Που τεντώνεται σχεδόν βακχικώς νωχελικά. Καθώς κυματίζει. Σε μακρινές ακτές. Από ‘κει που κάποτε έφυγε. Χορεύοντας στη μουσική του τραγοπόδαρου θεού. Απολλώνια λύρα. Κλεμμένη από το παζάρι των αθιβολών. Που προστρέχουν ικέτιδες στο ναό της ενθαλπίας. Πανάρχαια η φωνή της ρίζας. Εκεί που κρύβονται όλοι οι χυμοί των καρπών της δημιουργίας. Σκέψεις που έρχονται από μακριά. Από πολύ μακριά και από πολύ βαθιά. Εκεί που υπάρχει μόνο το σκότος της αβύσσου. Και ‘συ αναστοράσαι. Κι η αθιβολή, ουράνιο σέλλας απλώνεται. Και ξεδιπλώνει τα πέπλα του. Το κρύο μειδίαμα των καιρών, παραιτείται στο λυκαυγές που πλησιάζει ακάθεκτο. Σιωπή. Μόνο κάτι περιπλανώμενοι ήχοι προσπερνούν βιαστικά τη θύμηση. Των ατάκτως πεπραγμένων στην άκρα του χτες. Το μέτρημα είναι εκκωφαντικά ανυπόμονο. Και μέσα του ακούς, στο μέγιστο, τη νύχτα που φεύγει. Προδομένη. Από το φως το εσώτερο του βλέμματος της γαλήνης. Που έρχεται κάθε φορά που αναστοράσαι. Το γέλιο. Τη ζεστασιά. Γδύνεται η νύχτα τους περιττούς της δαιδάλους. Και ο νους που δεν υπάκουσε στο Μορφέα, χορεύει. Σε τραγούδια των ρομά με τις χάλκινες κομπανίες τους. Σε ταραντέλες, σε γκραίκικη διάλεκτο της Κάτω Ιταλίας. Σε ταξιδιάρικες σιωπές, γεμάτες από τη μουσική της αθιβολής σου. Που έρχονται από μακριά. Και που φεύγουν ακόμα μακρύτερα. Καθώς το πειρατικό σου ξύπνησε από τους ήχους της πόλης. Και της επαναστατικά νυχτερινής σιωπής της. Κύμβαλα περαστικών ιδεών, γραμμένων σε άγρυπνα όνειρα. Ακόμα και το άπειρο κάπου τελειώνει. Εκεί που αρχίζει το άγνωστο της ψυχής που πάλλεται. Εκεί που αρχίζει ο νους που πάλλεται. Που καταρρίπτει το περιγεγραμμένο. Και αφήνεται στον αχαρτογράφητο ορίζοντα. Απολλώνιος βολή από μακριά, από πολύ μακριά, ακριβώς στο στόχο. Ως εκηβόλος αθιβολή.

 


H Όρσα Δρετάκη γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε στην Ιατρική Σχολή Αθηνών. Έχει εκδώσει τα βιβλία: Το Άλικο Μπλε (Γαβριηλίδης 2016). Τότε που το σκοτάδι και το φως αγαπήθηκαν (Γραφομηχανή 2015). Στο θρόισμα του φεγγαριού (Γαβριηλίδης 2013). Το μπαχάρι της αυγής (poema 2013). Χάιδεψε ο άνεμος το φως (Βόλος 2011).
Έχει δική της περιοδική στήλη «Λέξεις πίσω από τον μύθο», στην εφημερίδα Χανιώτικα Νέα. Από το 2013 μέχρι σήμερα έχουν δημοσιοποιηθεί 56 άρθρα της.