Σύλβια Πλαθ | Πληγή

Sylvia Plath

Τι έξαψη-
ο αντίχειράς μου αντί για το κρεμμύδι
η κορφή του κομμένη σχεδόν
ένα μεντεσές έμεινε μόνο

από δέρμα,
ένα καπάκι σαν καπέλο,
νεκρικά χλομό.
Κατόπιν αυτό το κόκκινο βελούδο.

Μικρέ προσκυνητή,
ο Ινδιάνος σου πήρε το σκαλπ.
Αγριόγαλου λειρί.
το χαλί σου ξετυλίγεται

κατευθείαν μέσ’ απ’ την καρδιά.
Πατάω πάνω του,
σφίγγοντας το μπουκάλι μου
με το αφρίζον ροζ υγρό.

Εδώ έχουμε γιορτή.
Από μία οπή
μιλιούνια στρατιωτάκια ξεπηδούν,
όλα τους με κόκκινη στολή.

Με ποιανού το μέρος είναι;
Αχ
ανθρωπάκι μου Πήρα ένα χάπι
για να σκοτώσω

την αίσθηση
πως είμαι από χαρτί,
Σαμποτέρ,
καμικάζι-

ο λεκές πάνω στη
Κου Κλουξ Κλαν
μπαμπούσκα σου από γάζα
σκουραίνει και μαυρίζει κι όταν

η σάρκινη
σφαίρα της καρδιάς σου
αναμετριέται με τον μικρό της
χερόμυλο σιωπής

πώς αναπηδάς-
λοβοτομημένε βετεράνε
παλιοκόριτσο,
κολόβωμα αντίχειρα

Σύλβια Πλαθ – Άριελ – Μελάνι, 2012
Μετάφραση: Κατερίνα Ηλιοπούλου Ελένη  Ηλιοπούλου