Απόστολος Θηβαίος | Μπελίντα

© Ralph Steiner

ΜΠΕΛΙΝΤΑ
Πρόζες μινόρε

 

Διέθετε μια σπάνια φωνή
Πάει να πει
Καθώς τα τραγούδια
Τραβούν
Τον ωραίο και
Κρίσιμο δρόμο τους
Υπάρχει μια ευκαιρία
Κάποτε,
Για την καρδιά,
Για να υπάρχει

Ο εκφωνητής διαθέτει μια ωραία φωνή, κάτι ζεστό γεννιέται με τα λόγια του. Η εκπομπή του φέρει έναν παράξενο τίτλο. Απόψε ακούγεται λυπημένος, μα τι τα θες, τόσες και τόσες φορές μπορεί να πεθάνει κανείς. Μετά από ένα τραγουδάκι, ωραίο και τρυφερό, από μια παλιά δισκοθήκη ακούγονται τα παρακάτω λόγια.

[…Μες στην καρδιά του μεσημεριού η Μπελίντα τραβά τον δρόμο της θάλασσας. Φορά ένα γαλαζωπό φουστάνι και ποτέ δεν θα γεράσει. Είναι κατάξανθη, με ωραία, δαμασκηνά χείλη. Όπως ο Ιωάννης της κόκκινης κιμωλίας και όλα όσα συγγενεύουν σε αυτόν τον κόσμο.

Τα αδέσποτα φιλούν τα χέρια της και όταν κουραστείς Μπελίντα δοκίμασε τον ίσκιο του περιβολιού, στο βάθος του μεσημεριού, πίσω από ένα ανοιχτό παράθυρο, Μπελίντα.

Με τα ιδρωμένα της μέλη, με την ωραία της καρδιά, τα ερωτικά της μάτια ξαπλώνει κάτω από τ΄άστρα που καίνε. Σαν να πεθαίνει γέρνει στα φύλλα, παλιά μου εποχή, ωραία μου χρόνια, νεανικά.

Μπελίντα, για το όνειρό σου χάθηκαν χίλιοι, καλοί άνδρες, για το όνειρό σου αγωνίστηκαν τόσες και τόσες μεραρχίες αηδονιών. Για το όνειρό σου Μπελίντα, για το μικρό, καθώς λένε ρίγος του δάσους.

Πολύ αργότερα στο γύρισμα του αιώνα ένας στρατιώτης, ένα ολόχρυσο κλειδί στα χέρια του μεσημεριού άνοιξε για πάντα το παράθυρο στις εποχές. Και η Μπελίντα που περίμενε τον αυγερινό τινάχθηκε σαν τεθλασμένη σιωπή, αφήνοντας μια ελάχιστη συγνώμη για τους ανθρώπους και για τα πράγματα.

Τώρα λένε τραγουδάκια για εκείνη, στα παιδιά λένε τραγούδια για το όνειρο του μεσημεριού  κοπέλες από τον συνοικισμό της Ελευσίνας. Που χάθηκε και πάει και άφησε μόνον μια αχνή γραμμή στο βάθος του ορίζοντα. Τις ακούς στις αυλές που λένε, θα΄σαι πιο όμορφη από την Μπελίντα δένοντας τα μαλλιά των μικρών κοριτσιών, όπως θα ήθελε κανείς να πλέξει ένα τόξο ουράνιο, μια ωραία και απέραντη ακμή.

Μπελίντα, λυπάμαι, λυπάμαι τόσο. Πέρασες μαζί με τα χρόνια και τώρα πια σε κρύβει μια αρχαία σκόνη. Λυπάμαι, είναι τόσα που χάθηκαν μαζί σου. Μα θα έρχονται τα γεμάτα φεγγάρια και ο ήχος του διαβάτη μες στις σκοτεινές γειτονιές, ένα στακάτο βήμα, ένα κατακόκκινο τριαντάφυλλο έξω από το παράθυρό της, ίδιο  θάνατος.

Η ομορφιά σου είναι ο τρομερός μας κόσμος Μπελίντα, τώρα το ξέρω…]

Έπειτα ο εκφωνητή στέκει ακίνητος, έχοντας ολοκληρώσει τον μικρό του ρόλο. Τα ραδιόφωνα παίζουν τα σαββατιάτικα σουξέ. Και οι φωτισμένες κουζίνες, διάσπαρτες στο σύμπαν της πολιτείας εκπέμπουν σήματα απελπισμένα, σήματα πικρά. Στα χέρια του κρατά μια φωτογραφία της, η Μπελίντα λέει ,  ομορφότερη από όλες τις καρυάτιδες και η Λιοσίων με τα κατακόκκινα μαγαζιά της, τα ρέστα και τις βραδινές ομίχλες. Δίχως την Μπελίντα που την χειροκροτεί απόψε η πλατεία, ένα ωραίο, ας πούμε καλοκαιράκι του ΄78. Το όνομα του εκφωνητή παραμένει μυστικό, μα όλα και όλα τα ρίσκα ετούτης της ιστορίας αφορούν μονάχα την Μπελίντα, την πιο όμορφη του μπουλουκιού. Τίποτε άλλο.

Απόστολος Θηβαίος