Brit Bennett | Οι μητέρες

ΤΕΣΣΕΡΑ

Στην κηδεία της Ελίζ Τέρνερ, όλοι οι πιστοί έφτασαν νωρίς, πλημμυρίζοντας τα στασίδια.
Είχαμε ζήσει και παλιότερα βίαιους θανάτους. Τον Σάμι Γουότκινς τον είχαν μαχαιρώσει έξω από ένα μπαρ και το σώμα του βρέθηκε κουλουριασμένο και σφηνωμένο ανάμεσα σε δύο κάδους απορριμμάτων. Τον Μόουεζ Μπρούερ τον είχαν ξυλοκοπήσει μέχρι θανάτου, μ’ ένα ρόπαλο, στο Μπάντι Τοντ Παρκ. Την Κέιλαν Ντιν, δεκατεσσάρων χρονών, τη σκοτώσανε κάτι Μεξικάνοι, μέλη των Bloods*, επειδή φορούσε το μπλε ελεκτρίκ μπουφάν του φίλου της. Για μια ολόκληρη βδομάδα, πλακώνονταν στο σχολείο της οι μαύροι και οι Μεξικανοί, ώσπου κατέφτασε πάνοπλη η αστυνομία, με τα ελικόπτερα της κομητείας να κόβουν κύκλους από πάνω της. Όλες εκείνες τις ημέρες, το Ανώγειο ήταν μια όαση ηρεμίας. Ο πάστορας Σέπαρντ πάλευε να επιβάλει τη λογική, μέσα στον παραλογισμό που επικρατούσε. Να σε σκοτώσουνε για ένα μπουφάν. Δεν ήταν παρά ένα παιδάκι, που περίμενε έξω απ’ το «Alberto’s» να ετοιμαστούν τα fish tacos της. Είχε δανειστεί ένα μπουφάν γιατί κρύωνε, κι η μητέρα της είχε κάνει μια φορά φασαρία που ‘χε γυρίσει σπίτι χωρίς πανωφόρι, κινδυνεύοντας ν’ αρρωστήσει. Στην κηδεία της Κέιλα Ντιν, είχαμε περικυκλώσει τη μητέρα της που θρηνούσε και την υποστηρίζαμε σιωπηλά, γιατί οι βίαιοι θάνατοι αντιστέκονται στις λέξεις. Έναν ήρεμο θάνατο μπορείς να τον καταπιείς μ’ ένα «Εκλήθη στον ουρανό», ή «Εστέφθη με δόξα», αλλά οι βίαιοι θάνατοι κολλάνε ανάμεσα στα δόντια σαν τις ίνες του κρέατος.
  Ξέραμε από βίαιους θανάτους. Εδώ όμως η διαφορά ήταν πως η Ελίζ Τέρνερ είχε διαλέξει η ίδια έναν τέτοιο θάνατο. Και δεν μιλάμε για μια χούφτα χάπια για τις αϋπνίες, ούτε για μια αναμμένη μηχανή σε σφραγισμένο γκαράζ, μα για ένα πιστόλι στον κρόταφο. Πώς μπόρεσε να διαλέξει έναν τόσο άγριο τρόπο για να πεθάνει; Στριμωγμένες η μία δίπλα στην άλλη, στα στασίδια της εκκλησίας, δεν ξέραμε τι να περιμένουμε. Τι θα ‘λεγε ο πάστορας; Σίγουρα όχι κάτι απ’ αυτά που ακούμε συνήθως στις κηδείες, αφού δεν θα ταίριαζε στην περίσταση. Δεν θα στεφόταν με δόξα, γιατί ποια δόξα μπορεί να περιμένει μια γυναίκα που ‘χε φυτέψει μια σφαίρα στο κεφάλι της; Κι ούτε είχε κληθεί στα ουράνια από τον Κύριο˙ είχε απλώς αποφασίσει να φύγει. Για φαντάσου, είχε το θράσος να διαλέξει πώς να πεθάνει, τη στιγμή που τόσοι άλλοι είχαν στερηθεί αυτή την επιλογή. Πώς τόλμησε να προτιμήσει έναν τόσο σκληρό θάνατο, τη στιγμή που όλοι οι υπόλοιποι προσπαθούσαμε να τα βγάλουμε πέρα με τη σκληρή ζωή που μας είχε γραφτεί;
 

* Οι Bloods είναι μια συμμορία των δρόμων, τα μέλη της οποίας αρχικά ήταν κυρίως, όχι όμως αποκλειστικά, Αφροαμερικανοί. Το χαρακτηριστικό τους χρώμα είναι το κόκκινο. Η αντίπαλη συμμορία, οι Crips, έχει ως διακριτικό χρώμα το μπλε.    

[Σελ.86,87]

Brit Bennett - Οι μητέρες – Πόλις, 2019
Μετάφραση: Άννα Μαραγκάκη