Δημήτρης Δημητριάδης | Πεθαίνω σαν χώρα

Απόσπασμα από τις σελίδες 29, 30.


(…) Οἱ λέξεις εἶχαν ξεφύγει ὁριστικά ἀπ’ τήν δικαιοδοσία τῶν πολιτικῶν καί τῶν στρατιωτικῶν πού δέν ἤξεραν πιά μέ τί νά καμουφλάρουν μιά πραγματικότητα πού πρῶτα αὐτούς τούς ἴδιους ἄρχισε νά τρομάζει σπέρνοντας σ’αὐτές τίς ἀδυσώπητες, ἀδίσταχτες, ἀδιάντροπες, ἀδάκρυτες καρδιές τόν ὑπονομευτικό φόβο τοῦ ἀπείρου, τῆς μοναξιᾶς καί τοῦ θανάτου, κι ἔκαναν τήν ἐμφάνισή τους κρούσματα πρωθυπουργῶν καί ὑπουργῶν πού δέν ἔπεφταν γιά ὕπνο ἄν δέν ἦσαν βέβαιοι πώς ὅλη τήν νύχτα θά τούς κρατοῦσε το χέρι ὁ καμαριέρης τους και λέρωναν τό βρακί τους τήν ὥρα τῶν συνεδριάσεων τοῦ ὑπουργικοῦ συμβουλίου ἐπειδή ἔβλεπαν μπροστά τους ξαπλωμένο πάνω στό μακρύ γυαλιστερό τραπέζι τό ἴδιο τους τό πτῶμα σέ κατάσταση προχωρημένης ἀποσύνθεσης, ντυμένο μέ τήν ἀπροκάλυπτη γύμνια τῆς ἀπόλυτης ἐκμηδένισης, ἤ κρούσματα ἀξιωματικῶν, κυρίως ἀνωτέρων, πού δέν μποροῦσαν πιά νά μένουν μόνοι τους σ’ἕνα ἄδειο δωμάτιο, ἔτρεμαν τό σκοτάδι κι ἄνοιγαν συνεχῶς συζητήσεις πάνω στό θέμα τῆς διαλυόμενης, ὅπως ἔλεγαν, σκόνης στήν ὁποία θά καταλήγανε “μέσα σέ μιά αἱωνιότητα ἀμείωτου κενοῦ. (…)

Δημήτρης Δημητριάδης 
Πεθαίνω σαν χώρα - Δημήτρης Δημητριάδης - Εκδόσεις Σαιξπηρικόν, 2010

Αφήστε μια απάντηση