Παρασκευή Παπία | Τρία ποιήματα

© Bernard Plossu

Τετέλεσται

Σπεύδουμε 
Την σάρκα 
να ρωτήσουμε
Αν πονάει.
Κανείς 
δεν σκέφτηκε
Να ρωτήσει
Το καρφί.
Ή το ξύλο
Έστω.

 


Γυναίκα

Μας πλάνεψαν από τα γενοφάσκια
Το χτύπημα το πήραμε για χάδι
Και την βρισιά για θωπεία των αυτιών.
Από τα μαλλιά μας σύρανε 
Στους χωμάτινους δρόμους
Την σκόνη που σήκωσε στο διάβα 
Η σάρκα μας την είπανε επιτυχία.

Μας δίδαξαν τον σίγουρο τρόπο
Να έχουμε το κεφάλι μας σκυφτό
Απαλλαγμένο από αυχενικές διαμαρτυρίες.
Επειδή έτσι είθισται. 
Επειδή έτσι πρέπει.
Του Καίσαρα η γυναίκα οφείλει
Τίμια πάντα να καταδεικνύεται.

Μας τρόχισαν την γλώσσα
Μονάχα καταφάσεις να αρθρώνει.
Να γλύφει διόδους και μονοπάτια
Να γλείφει τον καβαλάρη του αλόγου
Τα πατώματα και τα πιάτα
Μέχρι να τρίξουν από καθαριότητα
Να σπάσουν στο συντονισμένο μουγκρητό.

Μας τσάκισαν τα γόνατα
Με λακτίσματα αφοσίωσης
Ανάστημα πώς να ορθώσεις
Τα πόδια ανίκανα να σε συγκρατούν
Γι’ αυτό έρπεις με μια κοιλιά
Συχνά παραφουσκωμένη
Όσες φορές χρειαστεί.

Μας τουφεκίζουν καθημερινά
Σε αναπαραστάσεις εκτελέσεων
Με μια ψυχή τρύπια πια
Από τα δόντια σου τα ίδια.
Και ζωγραφίζουμε παράθυρα
Σε τοίχους με το αίμα μας
Μήπως δούμε λίγο φως.

 


Μάσκα 

Γύρισα στο πόδι την ραπτομηχανή
Δεν υπάρχει μία για το ρεύμα.
Εκεί δίπλα στο παράθυρο 
Γαζώνω την μοναξιά μου.
Την κάνω κουρτίνες, τραπεζομάντιλα
Μάσκα για σταγονίδια μολυσμένα
Κι αν ο καιρός συνεχίσει να ρέει
Δίχως έναν κούκο να σημαίνει τις ώρες,
Θα ράψω στο χέρι την μοναξιά μου, σάβανα.

 


Η Παρασκευή Παπία γεννήθηκε στα Τρίκαλα, το 1983. Είναι απόφοιτος αγγλικής φιλολογίας του ΑΠΘ. Ποιήματα της, έχουν συμπεριληφθεί σε ποιητικό ανθολόγιο και δημοσιεύονται κατά καιρούς σε ποιητικούς ιστότοπους.