Λάμπρος Τσάμης | Ανάληψις

[Μαρτυρολόγιο]

Προσπαθώ να γράψω πάνω στο χαρτί, αναζητώντας τις μυστικές εκείνες γραμμές φανταστικού σχήματος, που να με οδηγήσουν σε ένα μυστικό πέρασμα: το λόγο.
Οι σκέψεις σε υγρή κατάσταση, διαχέονται πάνω στην ψυχρή λευκή επιφάνεια και αντανακλώνται μπροστά μου. Πώς μπορώ να περιγράψω αυτό το ξεχωριστό, ανεξερεύνητο κομμάτι του κόσμου από ασημένιο υδράργυρο, χωρίς συντεταγμένες, χωρίς σχήμα, χωρίς περιθώρια; Σαν κατακόρυφο νήμα της στάθμης, με αφήνει να βασανίζομαι σαν αιωρούμενος κρεμασμένος σε ύπτια στάση. Τα μάτια μου δεν κοιτούν πια έξω, αλλά προσπαθούν να αναποδογυρίσουν την τροχιά τους, παρατηρώντας από την αντίθετη κατεύθυνση, καταγράφοντάς το εντός. Εκεί που ο άυλος κόσμος απλώνεται χωρίς βαρύτητα, χωρίς πυκνότητα, σαν ένα διάφανο υγρό, όπως σταδιακά γεμίζει από το άτοπο σχήμα του κενού. Μόνο οι αισθήσεις μοιάζουν ν’ αλλάζουν, συνεχώς ερεθισμένες, συστέλλοντας και διαστέλλοντας κάθε πόρο ανοιχτό προς τον ρυθμό του αέρα, σαν υπόγεια πανίσχυρα ρεύματα, παλίρροια, άμπωτη, ή ρήχη της στιγμής. Και ίσως αυτοί οι παράξενοι ήχοι που παράγονται ταυτοχρόνως –σαν σινιάλα μια μακρινής ακτής- να είναι δυνάμεις που υπακούει κάποτε η ανάγκη, η επιθυμία, η ακατάσχετη κλίση για επαφή. Θροΐσματα φύλλων, κρότοι από κλαδιά που σπάζουν, καρποί που πέφτουν πάνω στο ώριμο χώμα. Τοπίο πυρπολημένο από μια ξαφνική καλοκαιρινή ζέστη. Ιδρωμένο, κίτρινο χρώμα καλυμμένο από σκόνη ερήμου της Σαχάρας.

[Σελ.53]

Λάμπρος Τσάμης – Ανάληψις - Τυφλόμυγα, 2017