Με βαριά τα μάτια, σύρθηκε ως το περίπτερο της πλατείας. Αγόρασε όλες τις εφημερίδες, πλήρωσε τοις μετρητοίς και χάθηκε. Έφτιαξε καφέ και προσπάθησε να αντέξει το πρωινό με τον εκτυφλωτικό του ήλιο που δεκάρα δεν δίνει για τη λίγη σκοτεινιά μες στην καρδιά του.
Και έπειτα με μια θηριώδη μανία βάλθηκε να σκίζει περιτυλίγματα, να ξεφυλλίζει νευρικά τα ένθετα, να κοιτάζει στις μικρές αγγελίες και στα φαρμακεία. Μα γιατί στα φαρμακεία, συλλογίστηκε και κάθισε λίγο να σκεφτεί. Βρήκε χαριτωμένη και άκρως ρομαντική τη σκηνή που τον περιμένεις λέει κάτω από την πράσινη μαρκίζα, κρατώντας ευτυχισμένη τη συσκευασία με τα ακενεντόν, γελώντας δίχως λόγο σε κάτι περαστικούς που το παίρνουν για κομπλιμέντο και ανταποδίδουν. Τα σώματα παραμένουν ακλόνητα επιχειρήματα και κάνουν τον κόσμο να γυρίζει, να γυρίζει, να γυρίζει.
Θα πρέπει να συνέλθει. Αποκλείεται στα φαρμακεία, ίσως στις κηδείες ή στους γάμους, Θεέ μου τι σκληρό θα ήταν να μάθαινε πως αγαπάς κάποιον άλλον. Θα ήταν κάτι σαν συντριπτικό κάταγμα, σαν αυτά που συγκαταλέγονται στις πιο σίγουρες αιτίες θανάτου στους αυτοκινητοδρόμους του κόσμου. Οπότε, καλύτερα να’χει πεθάνει.
Θα πρέπει να ρίξει μια ματιά στα διεθνή. Μα έξω από κάτι αναφορές για την Κάθριν Γκράχαμ και την προσωπικότητά της που δεν υπέκυψε σε τράπεζες και καλοθελητές του προέδρου Νίξον, πέρα από κάτι εκτενή ρεπορτάζ για τον καιρό και τη λειψυδρία – όχι τη λειψανδρία, από αυτήν δεν φοβόμαστε καθώς μάτσο αρσενικά παντού στον κόσμο διασώζουν ότι σώζεται από το ανδρικό φέρσιμο, είπαν- , ένα άρθρο για κάποιο πραξικόπημα με αβέβαιες προεκτάσεις, βλέπετε όσο μελετά κανείς την ιστορία αυτή παίρνει άλλο χρώμα και επιμένει, πεισματάρικο σκυλί από το παρελθόν με ονόματα και διευθύνσεις και πόζες που σκόρπισε ο χρόνος.
Υπάρχουν και κάποια αρθράκια για τα καλλιτεχνικά, μπορεί να ‘χεις κρυφτεί εκεί μέσα, πίσω από καμιά συγχορδία, να χρειάζεται κανείς ένα μουσικό κλειδί για να φθάσει ως μες στην καρδιά σου, ίσως πάλι κάτι φήμες για σένα να περιλαμβάνονται στα αθλητικά, πίσω από τα αστρονομικά ποσά των αμοιβών κρύβεται το δικό σου αστέρι. Και πάλι μάταιο τούτο το παιχνίδι, μα υπάρχει και η περίπτωση να σε βρει κανείς μες στους χάρτες που καταγράφουν τις κατευθύνσεις των ανέμων και τις θερμοκρασίες. Αυτές οι τελευταίες ανεβαίνουν επικίνδυνα, θα πρέπει κανείς να βρει έναν τρόπο να αντιμετωπίσει τη ζέστη, ας πούμε με ένα ουρλιαχτό δυνατό τόσο που να φέρει τη βροχή.
Στα πολιτικά δεν κοίταξε, μα εκεί δεν θα κρυβόταν, επειδή δεν της αρέσουν καθόλου τα αστεία παιχνίδια που σκαρώνουν οι αρχηγοί. Της θυμίζουν αγόρια που επιμένουν να θέλουν να κερδίσουν το παιχνίδι με κάθε τίμημα. Και στην μόδα, δεν πρόκειται να ρίξει καν μια ματιά, επειδή εκείνη υπήρξε ανέκαθεν πνεύμα ελεύθερο και δεν υπόκειται σε δικτατορίες και συρμούς και λαούς που μεταμορφώνονται σε μάζες, φέρνοντας μια κατακόρυφη άνοδο των τιμών λιανικής στην αρωματοποιία.
Θα πρέπει να κοιτάξει τα ένθετα. Μόνο να θυμηθεί να μην βουτήξει στον Σηκουάνα που επανέρχεται στα κανονικά του κάθε μέρα που περνά, πάει να πει με βακτήρια, αρχαία όσο και η επανάσταση, αφού ότι πιο νέο υπήρξε ποτέ στις διαδοχικές αυτές δημοκρατίες είχε το όνομα Ρεμπό και ήταν παράφορο παιδί, μες στον κίνδυνο βουτηγμένο, στον νοσηρό τον έρωτα. Μήπως πίσω από κανένα πορτραίτο αθλητή, από όσους δαγκώνουν το χρυσάφι του μεταλλίου τους, δίχως να μπορούν να πιστέψουν πως μπορεί να’ναι αληθινός χρυσός, σαν εκείνον που κλέβανε στην άγρια δύση οι πιστολέρο, αφήνοντας πίσω τους νεκρούς και κατατρομαγμένες δεσποσύνες.
Ίσως στη στήλη των οικονομικών να περιμένει κάτι λίγα για να βγάλει τη μέρα που είναι σκληρή σαν σκουριασμένο σίδερο. Και όσο πέφτουν οι τιμές των επιτοκίων, εκείνη αποκαλύπτεται εντελώς απογυμνωμένη, η σειρήνα της βάρδιας ηχεί και γλιστράει από το χαρτί για να δώσει και πάλι πνοή, δεκαπέντε ολόκληρες ώρες που διαβάζονται στις φλέβες των ποδιών της, να δώσει πνοή στην κορδέλα που απελευθερώνει σαν κάθε άλλη εργασία.
Πουθενά δεν είναι. Ολόκληρη η Κυριακή είναι ανοιγμένη εμπρός του και ούτε μια λέξη για εκείνη. Και αναρωτιέται πού τάχα θα βρει την ομορφιά και πώς θα ξεφύγει από τη λύπη του που κολυμπά σαν αλιγάτορας και απειλεί να τον κατασπαράξει. Τα νέα έχουν κιόλας παλιώσει, αύριο πάλι. Καμιά επίκληση από μόνη της δεν θα την φέρει πίσω. Την ομορφιά, ντε.
Α.Θ