Αριστοφανικά πρότυπα

Αφιερωμένο στα κορίτσια
Με τα ονόματα
Των λουλουδιών

 

Fame ονομάστηκε το τραγούδι που ακούγεται στην ομώνυμη σειρά του 1980 και χαρίζει στην ερμηνεύτριά του Irene Cara, μια θέση στον κόσμο των μουσικών αστεριών. Ένα δυναμικό τραγούδι που δηλώνει απερίφραστα την ανανεωμένη θέληση ενός κόσμου που τότε και τώρα, γυρεύει να αλλάξει. Δεν πάει καιρός που αυτόν τον τελευταίο τον έσυραν, τον ταπείνωσαν, τον χάλασαν και σήμερα φθάνει σαν λέξη και πάλι στα χείλη όσων αδικήθηκαν. Οι μοντέρνες Εκκλησιάζουσες της πιο κάτω ιστορίας κέρδισαν το μερίδιό τους σε αυτήν την  δόξα και τώρα αρπάζουν σαν ήλιος την πόλη σε μια νέα εποχή.

 

[…Η πιο παράξενη ταξιαρχία είναι εκείνη των κοριτσιών που περνούν χορεύοντας έξω από την αγορά. Η πιο παράξενη ταξιαρχία θέλει καλτσοδέτες και χαμένους πόντους και φουστάνια με διαλυμένα βολάν. Θέλει γυναίκες που υψώνουν χέρια και έτσι η ταξιαρχία μας αποδεικνύεται πως αποτελείται ευτυχώς από όλους τους κλάδους της γυναικείας επαγγελματικής τάξης.

Στην πρώτη γραμμή περπατούν μερικά βασανισμένα κορίτσια. Τα σκισμένα τους μανίκια μαρτυρούν φτερά διαλυμένα. Πιο πίσω οι μητέρες με τα παιδιά στην αγκαλιά που κλαίνε με ρυθμό και δίνουν το βήμα σε αυτήν την παράξενη πομπή. Ακόμη πιο πίσω τα κορίτσια που έπεσαν θύματα βιαιοπραγιών. Με κοπιώδεις προσπάθειες και συντονισμένες ενέργειες αυτά τα κορίτσια έφθασαν στην πόλη μας. Φιλούσαν τα χέρια μας όμως τίποτε απολύτως δεν θα μπορούσε να σβήσει τον γκρεμό που έχασκε στο βάθος του βλέμματός τους. Ονομάζονταν Ρένα, Μίλβα, Κάθριν, Αλεξάνδρα και διέθεταν την πιο σπάνια ομορφιά που θα μπορούσες να μαρτυρήσεις. Καμιά φορά ανακτούσαν την καλλιτεχνική στάση του νεαρού δούλου που πεθαίνει και άλλοτε πάλι έμοιαζαν με το ποιητικότερο δρώμενο ενός μοντέρνου και πολύχρωμου καιρού. Τα μάτια τους ήταν λευκά στο βάθος και όλο τους το σώμα θύμιζε τον έβενο των μικρών αγαλμάτων που πωλούνται όσο όσο από τους πλανόδιους εμπόρους. Μερικές από αυτές θύμιζαν νεαρούς Πέρσες και ράτσες διωγμένες για πάντα από τις σελίδες της ιστορίας. Ακόμη πιο πίσω στο βάθος, ανάμεσα στο πλήθος και τα σπίτια και τα κλειστά σιδεράδικα κυριαρχούσε το πλήθος και ένα τροπικό ξημέρωμα που σε πείσμα όλων κάποτε θα φανεί. Το πλήθος περπατούσε σιωπηρό χαρίζοντας στον δρόμο μια απίθανη σκηνογραφία, ανάβοντας χιλιάδες κατακόκκινα μάτια.

Το κορίτσι που προπορεύεται κρατά ένα ραβδί και εκτελεί χορευτικές κινήσεις. Είναι ντυμένη με την στολή ενός στρατιώτη του αμερικάνικου βορά και χαμογελά όλο νεύρο. Οι άλλες την χειροκροτούν και μερικές πιο παθιασμένες σφυρίζουν μπράβο και όρμα και είσαι τέλεια! Όμως όλες εκείνες οι γυναίκες  μπορούν και κάνουν την πόλη να λυγίζει, όλες εκείνες οι γυναίκες κρατούν τα ίδια αναμμένα χέρια, ανάβουν πορτοκαλί πυρκαγιές από όπου περνούν, δίνοντας την χαριστική βολή σε μια εποχή ψεύτικων νεωτερισμών. Η ας την ονομάσουμε παραστάτης εκτελεί τα πιο παράτολμα νούμερα με το ραβδί της και το ολόλευκο χαμόγελό της έρχεται σε αντίθεση με την σιωπή και τον δισταγμό. Ένα τέτοιο κορίτσι ακόμη και κανείς δεν θα μπορέσει να σταματήσει την πομπή που βρίσκει συμπαραστάτες σε κάθε σπίτι, σε κάθε δωμάτιο και γωνιά αυτής της πολιτείας. Σε κάθε διασταύρωση μερικοί απλοί άνθρωποι κοιτάζουν το πλήθος που γκρεμίζει μια σειρά από παλιές σημασίες. Τα σύνεργα των κοριτσιών είναι εκείνα του ήλιου που αύριο θα στολίζουν ίσως και τα δικά μας χέρια. Κάποιος φωνάζει, κοιτάξτε οι Εκκλησιάζουσες , κάποιος άλλος γελά μα η φλέβα στο μέτωπό του κινδυνεύει να σπάσει. Κάποιος φτύνει στον δρόμο, ένα σμήνος αγριοπούλια αποσπάται από εκείνη την πομπή και τον κατασπαράζει, ακριβώς όπως έκαναν οι παλιοί θεοί.  Κάποιος φωνάζει, είμαστε χαμένοι και οι άλλοι με τις μοτοσικλέτες βάζουν γρήγορα εμπρός και επιστρέφουν στις παμπ των δρόμων που δεν αλλάζουν ποτέ ατμόσφαιρα και προτίμηση μουσική.

Μα όλα αυτά ανήκουν πια στο παρελθόν. Οι Εκκλησιάζουσες, μοντέρνες και απαστράπτουσες, υποψιασμένες για τον συντηρητισμό που κρύβεται σε κάθε τους βήμα, κουβαλούν ένα ανεξάντλητο μυστικό και αλλάζουν εύκολα δρόμους και ονόματα. Οι παλιές, βαριές εποχές δίνουν την θέση τους στην ευλογία των κοριτσιών που ανεβαίνει στην σκαλωσιά του καιρού χτίζοντας τεράστιες ανώνυμες γέφυρες που ονομάστηκαν Ελένη, Κατερίνα, Γωγώ, Αλκμήνη, Ειρήνη, Βέρα, Χριστίνα, Μαρία, Τερέζα, Γαρυφαλλιά. Αυτή η πομπή φαντάζει καλύτερη από κάθε αισχρό έρωτα, διαθέτει παλμό και μια φυσική αποστροφή προς τα παλιά μέτρα, τα ξεπερασμένα σταθμά. Οι εποχές των πόλεων θα έχουν να λένε για αυτήν την νυχτερινή παρέλαση που θα μπορούσε να παρομοιαστεί με την άγνωστη μοίρα του νερού όταν παρασέρνει τα πάντα. Οι Εκκλησιάζουσες κυκλώνουν την πόλη και αναγνωρίζουν πως τούτη εδώ δεν είναι άλλη από την φωταγωγημένη ώρα που τα κορίτσια αναλαμβάνουν στα χέρια τους την δικαιοσύνη του κόσμου…]

Αυτή είναι η ιστορία που έγραψαν οι Εκκλησιάζουσες εκείνη την τρομερή νύχτα. Είναι αυτές που συνεχίζουν το αριστοφανικό τους έργο σε κάθε γωνιά του κόσμου, που γυρεύουν να πιάσουν από την αρχή την ιστορία του κόσμου έξω και πέρα από τα όρια του συντηρητισμού. Είναι οι Εκκλησιάζουσες που δεν αντιλαμβάνονται κανένα αδιέξοδο στην προβληματική γεωμετρία του καιρού, τα κορίτσια της διπλανής πόρτας, πανούργα, ερωτευμένα, θρυλικά, νεανικά, ευτραφή, αδυνατισμένα, με αποφασιστικό ύφος και μπερδεμένο μακιγιάζ. Είναι τα κορίτσια που γυρεύουν να πάρουν την κατάσταση στα χέρια τους, δίνοντας ένα τέλος σε όλες αυτές τις άσχημες και θλιβερές συνήθειες. Κάθε τίναγμα των μαλλιών τους, κάθε πόρπη που πέφτει στο πέρασμά τους συνιστά ένα κύμα, ή καλύτερα το άνθισμα ενός κόσμου που αλλάζει. Ή πάλι μια ένδειξη αποδοκιμασίας απέναντι σε αυτήν την παλιομοδίτικη ψυχολογία της στριμωγμένης ζωής που τους αναλογεί.

Α.Θ