Rocambole

«Μόλις χθες,
τράβηξα για τον κολπίσκο
Ήταν αφέγγαρη η νύχτα
και τα άστρα ζωηρά ήταν,
Με ένα γερό αγκίστρι
και ένα μακρύ κοντάρι
Ξετρύπωσα τον μικρό,
[i]Περουβιανό Θεό»

 

[Οι στίχοι ανήκουν στο τραγούδι με τίτλο Crawfish των Fred Wise & Ben Weisman. Οι δυο τους ετοιμάζουν την μελωδία για το φιλμ King Creole με τον θρυλικό Έλβις επί σκηνής. Και την φωνή της Kitty White που μέσα από τους άδειους δρόμους γεμάτη αθωότητα και ταπεινή κομψότητα, παζαρεύει την πρωινή δροσιά το 1958. Η Kitty White φθάνει από έναν μυθικό χρόνο για να συναντήσει τον πρίγκιπα Έλβις, αιώνιο υδράργυρο που ξεγλιστρά από τον θάνατο στις χίλιες και μία εμφανίσεις του ανά τον κόσμο. Όταν μιλούμε για ένα κομμάτι του ενστίκτου της αμερικάνικης ζωής, δεν μπορούμε να μην υπολογίσουμε την μοναδική και ανεξιχνίαστη περίπτωση του. Έτσι δεν μας κάνει εντύπωση που κάτι δικαιώνεται αν το προστάξει ο παλιός, νεαρός θεός της Αμερικής. Κυρίες και κύριοι ο Έλβις Πρίσλεϋ. Σε όλες τις ηλικίες, ένας και μοναδικός.]

Στο νου του έχει παράξενες, ροκαμβολικές πολιτείες. Κάπου διάβασε πως η λέξη πέθανε, πως πάει από το 1960 που τα λεξικά την περιφρονούν και πολύ λυπήθηκε, σαν να΄χασε δικό του φίλο, άνθρωπο καρδιακό. Ο θάνατός της ίσως να οφείλεται στην γενικότερη απουσία της φαντασίας, άγνωσται αι βουλαί. Φαίνεται πως οι λεξικογράφοι σκοτώνουν τις λέξεις όταν γεράσουν. Υψώστε λοιπόν τα ποτήρια σας, κρατήστε πρόσωπο όλο συστολή. Εις μνήμην, rocambole, rocambole!

Στο νου του έχει παράξενες πολιτείες με κυματιστές πινακίδες που σου λένε δίχως περιστροφή πως κάπου εβδομήντα και βάλε μίλια ανοίγεται μια ταπεινή πολιτεία. Άδεια βαρέλια πετρελαίου, πουλιά που πεθαίνουν από την πλήξη, ερημιά και κόκκαλα κινητήρα στην άκρη του δρόμου. Δεν ξέρει αν η πολιτεία του διαθέτει όνομα, ένα παράξενο διοικητικό μέτρο του επιτρέπει να την στήνει στο ξέφωτο, όπως το μπουλούκι αρθρώνει τους μεγάλους του ρόλους στην ερημιά του άνεργου κάμπου.

Στο τηλεφωνικό κέντρο ανακοινώνουν τον θάνατο του Τζόνι Κας. Ίσως χαλάσει η δουλειά με τόσο άτυχα νέα. Στ΄αλήθεια μάθετε πως ο Τζόνι έφυγε πλήρης ημερών μες σε ένα ποταμό μουσικής, πιοτού, φιλίας και ταλέντου. Μα αν θα ΄ταν εδώ θα χειροκροτούσε αυτόν τον Έλβις.

Έξω τα χαγιάτια χορεύουν επικίνδυνα, σηκώθηκε σκόνη, τα μεγάλα Φορντ άναψαν τα φώτα τους και τραβούνε, κάπου εβδομήντα μίλια από εδώ περιμένει υπομονετικά τους τυχοδιώκτες η μπενζίνα του Λι. Ο τύπος εμπορεύεται πολλά περισσότερα όμως κανείς δεν μιλά με ασέβεια για αυτόν σε όλο το μήκος του αυτοκινητοδρόμου.

Στο τηλεφωνικό κέντρο μαζεύτηκαν μερικές μητέρες με τα μικρά τους. Οι άνδρες στάθηκαν πίσω στην γαλαρία, φορώντας καπέλα εταιριών πετρελαιοειδών προϊόντων. Τα πουκάμισά τους έχουν ένα αστέρι στην καρδιά, το βλέμμα τους είναι άγριο, τα χέρια τους τρέμουν. Μυρίζουν λάσπη.

Ο Έλβις, σε απόλυτη παρακμή, με χαλασμένο χτένισμα και μπαλωμένη στολή. Όμως πάντα ο Έλβις, με περιφρονητικό ύφος, βγάζοντας και φορώντας τα γυαλιά του. Καλύτερα να μην υπάρχει άλλος σαν αυτόν, το χάρισμά του σημαίνει θάνατο.

Ο Έλβις λικνίζεται, έξω σηκώνεται κουρνιαχτό, όσοι περνούν έχουν τα φώτα τους αναμμένα, τις καρδιές τους κομματιασμένες. Τα μικρά το χαίρονται, μια μητέρα κάνει τα γλυκά μάτια στον άμοιρο τον Έλβις, όμως εκείνος νοιάζεται μόνο για τα διακόσια δολάρια και το πληρωμένο του εισιτήριο. Ισιώνει με τα δάχτυλά του και είναι σαν να διώχνει μια φοβερή κατάρα. Όσο περνά η ώρα αυτός ο Έλβις φαντάζει ιδανικός, ένας τέλειος κούκλος που φέρεται σαν αληθινός σταρ.

Κάποιος λέει, τα πουλιά πετούν ξεστρατισμένα. Αυτό σημαίνει, για όσους γνωρίζουν, πως έρχεται άγρια καταιγίδα. Το λένε τα σημάδια Έλβις, καλύτερα να φεύγεις. Η ερωτευμένη μητέρα κλαίει καθώς τον αποχαιρετά και ένα μνημειώδες άρλεκιν έχει μόλις γραφτεί. Ο Έλβις βαδίζει μόνος μες στον άσχημο καιρό. Ένα θηριώδες Φορντ σε μεταλλικό μαύρο χρώμα πλησιάζει σαν αρπακτικό. Ο Έλβις διστάζει, ύστερα ανοίγει το βήμα του, τώρα είναι οι δυο τους, άνθρωπος και μηχανή, πρόσωπο με πρόσωπο. Ολόκληρη η αμερικάνικη βιομηχανία εμπρός του και αυτός με μόνη του περιουσία, θαυμάσιες, φαρμακευτικές συνταγές που πλήγωσαν την ομορφιά του μα δεν την έσβησαν. Επειδή ο Έλβις όπου βρεθεί τούτη την ώρα είναι ένας μικρός θεός που ΄χασε τον δρόμο του ή πάλι κάτι θέλει να μας πει και επιστρέφει με ένα τραγούδι που παίζει βουβά μες στα ραδιόφωνα. Το τραγούδι μιας εποχής.

Το Φορντ παίζει μουσική στην διαπασών. Ο Έλβις στέκεται, κοιτά, σαν να παρασύρεται φορά το δεύτερο δέρμα του που είναι περισσότερο δικό του από οτιδήποτε.  Όλος ο τόπος σαν ζωγραφιστός και τα μάτια να φέγγουν κάτω από την αφάνταστη μαρκίζα. Ο Έλβις γνέφει στο Φορντ, η καταιγίδα τους έχει φτάσει, όλα και όλα ο Έλβις αξίζει διακόσια δολάρια. Απ΄τα ηχεία φτερουγίζει μια φωνή και το δράμα φθάνει παντού στην Αμερική της καρδιάς του. Σωστή σιδερένια γέφυρα η φωνή του.

Καλή σας τύχη λεβέντες φωνάζει εκείνη η ερωτευμένη που ξέφυγε από τον άντρα της και λερώνει το φουστάνι της στις λάσπες. Δεν είναι νύχτα, είναι ατόφια καταιγίδα ή μια κρεολή πριγκίπισσα με φιλντισένια μάτια που ρωτά για τον αγαπημένο της και ας ξέρει την αλήθεια. Όχι, η ζωή του Έλβις δεν είναι φτερά πεταλούδας μα αν δεν δακρύσεις σε ένα τραγούδι, λένε πως δεν έχεις καρδιά.

Crawfish Daily

Οι τρεις τους έφεραν σοβαρά τραύματα. Ένας εξ αυτών αναζητήθηκε και εντοπίστηκε σώος με σοβαρά κατάγματα μερικά μέτρα ανατολικά του σημείου πρόσκρουσης. Παραληρούσε, επαναλάμβανε διαρκώς, «αξίζω διακόσια δολάρια, έχω μια αξία! Στο κάτω κάτω, είμαι ο Έλβις που να πάρει η ευχή!» Ο νεαρός φρουρείται και αναμένεται να δώσει εξηγήσεις αφού ξεπεράσει το παραλήρημά του που είναι ένδειξη σοβαρής, ψυχολογικής διαταραχής. Το δικαστήριο πρότεινε τον εγκλεισμό του. Εκείνος χαμογέλασε, «είμαι ο Έλβις», είπε ισιώνοντας το χτένισμά του που ΄ταν καλύτερο από ποτέ. Ο νοσοκόμος με την τακτική ένεση φέρνει σαν δώρο το όνειρο που θα τον ελεήσει.

 


[i] Crawfish ή Crayfish λογαριάζεται ερμηνευτικά η δική μας καραβίδα. Στην Αμερική την γυρεύουν στις όχθες του ποταμού. Η Νέα Ορλεάνη φημίζεται για τον πλούτο της. Η καραβίδα υπήρξε η ενσάρκωση κάποιου αρχαίου Περουβιανού θεού.

Και έτσι ένα είδος αυθαιρεσίας και οι προτιμήσεις οι πιο ψυχικές έδωσαν στην καραβίδα την παλιά της αίγλη. Θα μπορούσε εδώ να στηθεί ένα μικρό μυθιστόρημα για την ιστορία, ωστόσο αυτή η υποσημείωση δεν έχει περισσότερη διάθεση και άλλωστε ο νους της τριγυρνά πέρα στα υψίπεδα του Περού. Γυρεύει τις ινδιάνικες προσωπίδες και την απείραχτη ηθική σχέση με την φύση και για άλλο δεν έχει νου ή καρδιά.

Α.Θ