Λαϊκό κέντρο, Ο Παράδεισος

Ορχήστρα με πλήθος εγχόρδων υπό την διεύθυνση του κυρίου Μάνου. Τραγούδια από τα πλέον διασκεδαστικά να ευφραίνουν τις ψυχές που αιωνίως καταδικάστηκαν εις πλήξην αφορητη. Επτά τραγούδια θα σου πω και η Στέλλα μαχαιρωμένη στο μέσον της ορχήστρας με την φωνή ένα όργανο νεοελληνικό, περιφραστικό της ψυχής μας που όλο αλλάζει και όλο ίδια μένει, πάντα ιστορικά ανολοκλήρωτη και πάντα απατηλή. 

Κάθε βράδυ οι πόρτες του μαγαζιού ανοίγουν κατά τις δέκα. Έπειτα γίνεται το αδιαχώρητο. Έμποροι που άλλοτε μεγαλουργούσαν, καλλιτέχνες, τραγουδιστές, επίκουροι καθηγητές και ρήτορες συρρέουν από κάθε γωνιά. Φορούν τα καλά τους κοστούμια και συνοδεύονται από αγγέλους. Θέλω να πω, κάτι κορίτσια εξαιρετικής καλλονής με φουρό , σωστοί ανθισμένοι μπαξέδες που τους κρατούν από το χέρι και τους φέρνουν καραβιές από τα βάθη της αιωνιότητας. Οι κυρίες αντιστοίχως συνοδεύονται από αγόρια, κάτι εφήβους με κλασσική κατατομή, δίχως ίχνος πένθους επάνω στα δυο τους μάτια, με έκφραση διάφανη όπως τα πορτραίτα του Φαγιούμ μια φορά και έναν καιρό. Η Σιμόν, η Κατερίνα, η Σοφία, περνούσαν και οι μάγκες στις γωνιές του Παραδείσου τις χαιρετούσαν με θαυμασμό. 

Κέντρο «Ο Παράδεισος», λειτουργία αδιάλειπτη. Απόψε στην ορχήστρα ο ξεχωριστός κύριος Μάνος. Μπουζούκια, μπαγλαμάδες, σαββατόβραδα, κοπέλες με τα άσπρα, παλικάρια που παρατούνε τα ζάρια, ένας ολόκληρος κόσμος συναντιέται στους παραδείσου τα μπουζούκια. Ο κύριος Μάνος λέει πως η ζωή δίχως αυτό το έκτακτο κεντράκι περνάει αργά εδώ επάνω. Η αιωνιότητα κάνει τους κυρίους να βαριούνται αφόρητα. Οι ψυχές του πενθούν αφόρητα και πλήττουν. Μα τώρα που ανοίγει ο Παράδεισος έχουν μια ελπίδα περισσότερη να αντέξουν τούτη την σιωπή του βυθού που τους επιβλήθηκε.

Ο κύριος Μάνος παίρνει την θέση του. Δίνει τον τόνο, κατευθύνει την ορχήστρα. Η Μελίνα αφήνει τα αηδόνια να σκορπίσουν μες στο μαγαζί, τα τέλια αρπάζουν φωτιά, το πλήθος συμμετέχει. Ένας καθηγητής πανεπιστημίου έχει λύσει την γραβάτα του και χορεύει έξαλλα γύρω από τον εαυτό του. Η συνοδός του γελά υστερικά, κάποιος σπάζει πιάτα στα πόδια του και φωνάζει το ασύλληπτα κωμικό να πεθάνουν οι πεθαμένοι. Κάθε τόσο ο κύριος Μάνος ζωγραφίζει το φεγγάρι και τα βρόχινα σύννεφα και άλλοτε πάλι κάθεται και γράφει επτά τραγούδια από καρδιάς, σίγουρος, βέβαιος πως αρκούν ένα δυο μέτρα προτού τούτο το κεντράκι στροβιλιστεί σαν κουρασμένη χορεύτρια με όλο της το χαμένο νεύρο ακμαίο και πάλι. Ένας ζωγράφος, διάσημος στον καιρό του, βλασταίνει στην θέση του, ντυμένος με άμφια ιερατικά και μια ιδέα έρωτα στο βλέμμα. Αρχαίες τραγωδοί και πρώτες του χορού παίζουν στην πίστα τον κορυφαίο τους ρόλο, αυτήν την φορά στο πλευρό της ζωής. Επειδή στο νυχτερινό κέντρο Παράδεισος οι αιώνιες ψυχές μπορούν να γευτούν και πάλι την ζωή, να ερωτευτούν έστω για λίγο και να λησμονήσουν το δράμα της. Έλληνες αεί παίδες φωνάζει ο ζωγράφος και κάνει θρύψαλα μια ντουζίνα πιάτα. Να πεθάνει η αιωνιότητα φωνάζει εκείνος που τα ‘σπαζε στα πόδια του κυρίου καθηγητή. Σε κάθε του τοποθέτηση το πλήθος παραληρεί, ίσως να ήταν κάποτε ποιητής. Απόψε βρίσκει πάλι τον εαυτό του, ποντάρει με τα ανοιχτά του χαρτιά σίγουρος, βέβαιος για το σχήμα του νεοελληνικού ιδεώδους. 

Και ο κύριος Μάνος που μισεί τα ιδεώδη και παραστέκει τους αμαρτωλούς και τους αβέβαιους, δεν κατευθύνει τώρα την ορχήστρα μα προσθέτει το λιθαράκι του στην ανάδειξη ενός ολόκληρου, νεοελληνικού διαφωτισμού. Στα χέρια του σαν βρέφος η χιονάτη Ελλάς ξαναγεννιέται, εκείνη ακριβώς την στιγμή, στο λαμπρό παλκοσένικο του νυχτερινού κέντρου Παράδεισος. Ετούτος ο κόσμος δεν χάθηκε ποτέ, η ευκαιρία που έφερε απόψε τον κύριο Μάνο στο επίκεντρο της προσοχής γεννιέται μόλις απόψε. Το κεντράκι στροβιλίζεται στα ρεφραίν και καθώς όλα τα παίρνουν τα κύματα, εκείνο στέκει πέτρινο και αγέρωχο μες στα βάθη της συνείδησής μας. Ο κύριος Μάνος τώρα διευθύνει την ορχήστρα ολότελα αφοσιωμένος. Ένα κορίτσι με το όνομα Φλέρυ καρφώνει στην καρδιά του δυο πικρά μαχαίρια την ώρα που στα βάθη της ελληνικής ψυχής μας, σαλεύουν σαν από βραδινό μελτέμι τα πολύχρωμα φώτα στο εθνικό κεντράκι Ο Παράδεισος. 

Εδώ, κυρίες και κύριοι, παρουσιάζεται το πρόγραμμα της ζωής μας. Υπό την διεύθυνση του κυρίου Μάνου που στάθηκε φίλος μας καρδιακός. Που με τις λαϊκές του ζωγραφιές αποτύπωσε το ψυχογράφημα της Ελλάδας που πεθαίνει δυο χιλιάδες χρόνια τώρα, όλο λυρισμό, καταστροφές και αναπάντητα ρεφραίν. 

Βασιλεύς ή στρατιώτης ή πλούσιος ή πένης, απόψε όλοι συναντιούνται στο λαϊκό κεντράκι ο Παράδεισος. 

 Α.Θ