Απόστολος Θηβαίος | Sandro

© Σάντρο Πέννα

Γαλαζωποί μου ποιητές

Αυτό το σημείωμα συλλογίζεται τις συγκυρίες που έχουν σαν σκοπό τους να παλεύουν ορισμένοι άνθρωποι. Εμφανίζονται σιωπηρά και διακριτικά μες στις κοινωνίες, τις ακυρώνουν εκ των έσω, βρίσκουν τον ρυθμό τους, φορούν το ρούχο τους και στήνουν σταθμούς μες στην ερημιά για εκείνους που έρχονται από τα βάθη της αιωνιότητας. Καλούνται να παλέψουν με ένα σωρό συμβάσεις, μια δύναμη εσωτερική τους σπρώχνει σε μια ζωή αδέσποτη, έξω από την εποχή τους. Μερικές φορές μιλούν με γλώσσες μελλοντικές και άλλοτε πάλι επιστρατεύουν τα παλιά σύμβολα. Τους σώζει ο έρωτας για την ζωή, η πικρή αναγνώριση της μακρινής ευτυχίας που δεν εκπληρώνεται, η ανθρώπινη γεωγραφία που ποικίλει, μεταβάλλεται, αντέχει, κρύβεται, ζει το μερτικό της σε κάθε γενιά και προχωρά, όλο προχωρά. Δίχως φτιασίδια και κάλπικες ταυτότητες. 

Ένας τέτοιος περιπλανώμενος είναι και ο Sandro Penna. Ο Ιταλός δημιουργός, ένας ακέραιος ποιητής που διαμόρφωσε μια ολόκληρη σχολή, ελκύοντας στους κόλπους της γραφής του πολλούς από τους νέους συγγραφείς της ιταλικής πρωτεύουσας. Στην Ιταλία του 1929 ο φασισμός βρίσκει το πρόσφορο έδαφος που χρειάζεται για να αρθρώσει την λέξη εφιάλτης. 

Ο Sandro Penna ξεκινά να γράφει την βιογραφία του. Perugia, Ρώμη, Μιλάνο, Ρώμη. Ο κύκλος κλείνει και η ιταλική συνείδηση κατατάσσει τον κορυφαίο ποιητή στην πνευματική θέση που του αρμόζει. Στην συντηρητική, ιταλική πραγματικότητα που αρμολογεί περιθώρια, βαπτίζοντας στα νερά τους πρόσωπα όπως ο Παζολίνι και η Κάλας και η Μίλβα, ο Penna κερδίζει μια θέση αναμνηστική. Η λογοτεχνία του που προχωρεί κατά μήκος της αστικής ζωής,  τον παραδίδει βιαστικά στους μελετητές και εκείνοι αρχίζουν να ξεκοκαλίζουν τους στίχους και τα γραπτά, γυρεύοντας να βρουν στοιχεία του εαυτού του. Και έτσι, θα χάσουν την ευκαιρία να κερδίσουν μια εικόνα της Ιταλίας που εξαθλιώνεται και ερωτεύεται και ζει κάτω από την σκιά της αρχαίας και ξεπερασμένης πια κοκεταρίας. 

Στους δρόμους της αυτοκρατορικής πολιτείας ο Sandro Penna ζει με τον Λίγο Πυρετό του. Στην έξοχη συλλογή διηγημάτων που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις της οδού Διδότου η Άλκηστις Παλάσκα μεταφράζει όχι τους στίχους μα το βλέμμα του Penna. Αναγνωρίζει τα τοπία για λογαριασμό του, σαν να μαντεύει την ώρα ξαναγράφει από την αρχή τις ταπεινές προσευχές του Sandro Penna. Ο τελευταίος βρίσκει στις σελίδες της λαϊκής ιστορίας τις τελειότερες φόρμες, αυτές που επρόκειτο να ανανεώσουν, να διορθώσουν και να στερεώσουν την αμεσότητα της γραφής. Η μελαγχολία της καθημερινής πρακτικής, η ματαιότητα της καθημερινότητας ξεκλέβει λίγο από το όνειρο. Ένα κομμάτι από την σελήνη του Leopardi παραμένει στην καρδιά του, μετατρέπεται στην ευθύνη του την πιο μεγάλη. Τα αγγελούδια που διασχίζουν την ματιά του, όσα υπόσχεται το ρεπερτόριο της μοναξιάς και οι προλετάριοι του ιταλικού έρωτα βρίσκουν μια θέση μες στις νουβέλες του. Φαντάζουν όλοι τους μικρά μυθιστορήματα, έναν θίασο κατάκοπο, καταδικασμένο στον δρόμο του Θεού και την ευτυχία του. Ο Sandro Penna με το καλαίσθητο, αυτό, μικρό βιβλίο των εκδόσεων Πανός δαγκώνει τις καρδιές μας. Απομένει στην εξαιρετική προσέγγιση της μεταφράστριας που λέει την ιστορία του δίχως στιγμή να λησμονά πως αυτήν την λογοτεχνία δεν την έφτιαξε η επιθυμία αλλά η ακούσια υπεροχή της ανάγκης. Η Ιταλία του Penna συνιστά ένα είδος τελευταίας μετάληψης για αυτήν την Ρώμη που ολοένα και παλιώνει, για αυτήν την madame με τα τραγικά μαλλιά στο βάθος της τουαλέτας της. Την φέγγουν τα φώτα του καθρέφτη, νιώθει παντού το ρίγος μιας ποιητικής διάστασης. Εκείνη τον γυροφέρνει, μπλέκει στα πόδια του, λέει το όνομά της με αποχαιρετισμούς, το χαράζει πάνω στα πέτρινα ημερολόγια του Ιταλού δημιουργού. 

Ο Sandro Penna εμφανίζεται στα ιταλικά γράμματα, δίχως να κατορθώνει να ξεφύγει από την μοίρα του καθημερινού αγώνα της επιβίωσης. Ο ακαλλιέργητος ποιητής συναντά τρεις εμβληματικές μορφές της ιταλικής ποίησης. Σε αυτούς ακουμπά, στον Samba, τον Ungareti, τον Montale. Τότε ακόμη αγνοεί πως μια μέρα το δικό του γραφικό που διαθέτει δείγματα από το αιώνιο χρώμα της Ρώμης, θα συγκριθεί με εκείνο των πιο σημαντικών εκπροσώπων του είδους. Δεν ξέρει πως υπάρχει κάτι μυστικό ανάμεσα στα δέντρα και τις βελόνες και τα φύλλα, το λένε ενότητα. Αυτό χρηματοδοτεί τα ποιητικά κείμενα του Penna που βρίσκουν στις εκδόσεις Πανός τον χώρο όσο χώρο απαιτεί η καλλιτεχνική ενασχόληση. Αν δεν τον έλεγαν Sandro τότε αυτός ο νέος που ξεκίνησε από την Perugia θα μπορούσε να κερδίσει μια θέση πλάι σε εκείνη του Ορέστη. Ο ποιητής του Λίγος Πυρετός αφήνει σπίθες στο πέρασμά του, μα κρατά ερμητικό τον κόσμο του, αντίδωρο σε εκείνον που θα μυηθεί. Όχι, όχι στην γραφή του, αυτή εξάλλου σμίγει το συγγραφικό ταλέντο με την μνήμη των ματιών, με πράγματα δηλαδή ολότελα προσωπικά. Η ανθρώπινη μοίρα που δεν ερμηνεύεται και γράφει το τέλος στις ιστορίες της ζωής, αυτή παραμένει το θήραμα του συγγραφέα που προτιμά την γοητεία, τον μαγικό ρεαλισμό αυτού του κόσμου, του βασισμένου στο τυχαίο.

Η μικρή φόρμα των ιστοριών που περιλαμβάνονται στον Λίγο Πυρετό, οδηγεί ως την ποίηση. Θαρρείς πως όλα γίνηκαν για εκείνην την μια λέξη που συνοψίζει το ίδιο το αίσθημα. Αυτή η ποιητική λοιπόν φιγούρα της ιταλικής λογοτεχνίας που πέρασε στην αθανασία μια μέρα Ιανουαρίου του 1977 σχεδιάζει το επίμετρο της έκδοσης μόνο και μόνο για να φτιάξει έναν άλλον χρόνο από τον ζώντα, έναν χρόνο γεμάτο από ανθρώπους ρεκλάμες και ατμόσφαιρες της μνήμης. Μια καθαγιασμένη ζωή βρίσκει την φωνή της στις ιστορίες του Penna. Πρόκειται για μια κίνηση που αντί να οδηγεί στην αιμόφυρτη δόξα, στήνει έναν παντοτινό βωμό στο όνομα κάθε αξιοπρέπειας. Ο Sandro Penna δεν θα μπορούσε να γράψει αλλού. Στον καθρέφτη της ζωής εκεί έξω, βρίσκει τον χριστιανό και τον ειδωλολάτρη, βρίσκει την συνενοχή. Ο Penna γράφει όχι για δύο, όπως αρμόζει σε έναν ποιητή, μα για κάθε έναν από τους Ιταλούς του περασμένου αιώνα που γυρεύουν την ταυτότητα, μια θέση αρμόζουσα μες στο μεγάλο βιβλίο της ιστορίας.

Λίγος Πυρετός, Sandro Penna. Από τις εκδόσεις της Οδού Πανός. Η λογοτεχνία του Ιταλού δημιουργού που έζησε έξω από τα λογοτεχνικά εργαστήρια, που μας μορφώνει με τους κώδικες της ψυχής. Που διεκδικεί ένα επιχείρημα υπέρ της ομορφιάς, έτσι όπως προσεγγίζει το πραγματικό και το τυχαίο στις αδέσποτες και για αυτό διόλου κάλπικες, εδώ και δεκαετίες ιστορίες του.

Απόστολος Θηβαίος