Πού πας με τέτοιο ήλιο, Ακριβέ μου

© Δημήτρης Αστερίου

[i]

Σημείωμα με αφορμή
 το εικαστικό δρώμενο
Του Δημήτρη Αστερίου
Στο Γιαλί Τζαμισί
Με τίτλο
«Ματωμένα Πορτραίτα».
Στο φόντο,
Οι στίχοι του τραγουδιού.
Μαρμαρωμένο σε θωρώ και όμως
Η ζωγραφική βρίσκει τρόπο
Να ξαναδώσει ζωή
Στα πικρά και τα συντελεσμένα.

 

Κρήτη, 1941. Αυτός ο ιερός, αγροτικός κόσμος ξεχύνεται εναντίον του Γ΄Ράιχ που εφορμά στο νησί. Γυναίκες, άνδρες, νέοι και γέροι, παιδιά και ανήμποροι όλοι ανεξαιρέτως δίνονται σε αυτόν τον δίχως κέρδος αγώνισμα. Το τέλος της αντίστασής τους είναι γραμμένο από καιρό μες στις σελίδες της ιστορίας. Το γράφουν επάνω τους οι σταυροί των πεσόντων απ΄άκρη σε άκρη του νησιού. Η Κρήτη νικήθηκε, γράφοντας όμως μια ολόχρυση σελίδα στο μεγάλο βιβλίο της αντίστασης απέναντι στον φασισμό. Η ιστορία ποτέ δεν θα επιστρέψει εκείνα τα χρόνια, ποτέ δεν θα εξαργυρώσει την ύστατη πράξη μιας ολόκληρης, χρυσωμένης πια γενιάς.

Κρήτη, 2021. Στο Γιαλί Τζαμισί ο ζωγράφος στήνει την εγκατάσταση που λειτουργεί αφιερωματικά για αυτούς τους αγγέλους που ύψωσαν το ανάστημά τους απέναντι στην ματωμένη μοίρα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Τα ξύλα έχουν ντυθεί με κόκκινο πουκάμισο και στηρίζονται σε μια κατακόκκινη βάση. Θυμίζουν ψυχές ακέφαλες που δεν έχουν κραυγή και πρόσωπο, έξω από την δόξα της προσφοράς τους. Όλο τους το αίμα το΄πιε η άνοιξη και τώρα αφέθηκαν στην εφευρετικότητα του εικαστικού Δημήτρη Αστερίου. Λες πως άμα ανοίξουν οι θύρες του τζαμιού και σεργιανίσουν οι άνεμοι, η Ρηνιώ, ο Ηλίας, η Κατερίνα, η Μαρία, ο Μανώλης, όλοι τους θα επιστρέψουν με το χρώμα του ήλιου πάνω στα χέρια τους. Άμα φυσήξουν οι άνεμοι, οι πουκαμίσες θα σαλέψουν, σαν την άνοιξη θα μιλήσουν και αν είναι προσευχή ή πικρό παράπονο το θρόισμά τους κανείς δεν θα το πει. Τις ακέφαλες μορφές θα τις βρεις να σε κοιτούν βουβές μες στα απομακρυσμένα κοιμητήρια του νησιού, διάσπαρτα μες στις ενδοχώρες και τα παράλια της Κρήτης που πλέει ίσια εμπρός στην αιωνιότητα, μαζί με τα σύμβολα και τα μεγέθη τα δικά της.

Και απάνω στην Τρίτη νύχτα,
όταν πια όλα είχαν χάσει την φόρμα τους,
οι νεκροί μας φίλοι βγήκαν σεργιάνι στο λιμάνι.
Φορούσαν λέει τα κόκκινα πουκαμισάκια τους
και ροβόλαγαν στα γνώριμα τα στέκια τους

© Δημήτρης Αστερίου

Οι προσωπογραφίες που ακολουθούν την πρώτη γραμμή της άμυνας, έρχονται από έναν άλλο δρόμο. Ελένη, Ζακ, Παύλος, Νίκος, Αλέξης, παιδιά που έγιναν άστρα μες στην νιότη τους. Τώρα μιλούν μες στις καρδιές μας όπως ουρλιάζουν τα δεκαπεντάχρονα τα άστρα όταν ανάβουν στο στερέωμα. Εμπρός από τα πορτραίτα κάτι ματωμένες χαρακιές. Ετούτο είναι το φίλτρο που επιστρατεύει ο ζωγράφος, τούτη είναι η οδηγία του η πιο συγκλονιστική για να ιδωθούν ως το ακρότατο όριο της έντασής τους ετούτες οι μορφές. Γιατί στα πορτραίτα της γαλαρίας δεν υπομνηματίζεται μόνον η επίκαιρη αντίσταση κόντρα στον φασισμό, αλλά και το χνάρι της βίας του έρωτα, της εξουσίας,  πάνω στις ψυχές που τυφλώθηκαν και δίνουν πια το ίσο σε αυτόν τον μέγα, τον ελληνικό κόσμο. Αναπαρίσταται η κομμένη νιότη που χάθηκε δίχως απόκριση και είναι τούτα τα παιδιά σιωπηροί αναγνώστες κάθε καιρού. Αρπάζουν τις καρδιές μας και έτσι όπως κοιτούν ευθύβολα από το βάθος της οδύνης τους μιλούν για τον κόσμο και μπαίνουν στην δική μας θέση. Εντός τους φέγγουν οι μητέρες και οι γονείς και τα αδέλφια που τους στερήθηκαν. Φέγγει η άρρωστη Βαβυλώνα μας με τα χίλια και ένα πρόσωπα. Ανάβει το κεφάλι του φιδιού που δεν πεθαίνει, λάμπει ετούτη η καταστροφή που είπαμε ζωή μας και ντύθηκε προσωπεία αλλόκοτα, φριχτές αντανακλάσεις της πιο σκοτεινής πραγματικότητας.

Ο ζωγράφος Δημήτρης Αστερίου μας υπενθυμίζει μέσα από την καρδιά του παλιού, ενετικού λιμανιού το γράμμα και το νόημα της εποχής μας. Ο Φράνσις Μπέικον σε κάποια από τις αθησαύριστες συνεντεύξεις του στον Ντέιβιντ Σιλβέστερ επισημαίνει. Η λέξη ενέργεια είναι καλύτερη. Υπάρχει αυτό που φαίνεται και ακόμη υπάρχει η ενέργεια που περικλείεται μέσα του. Αυτό, λοιπόν είναι ένα πράγμα που παγιδεύεται δύσκολα. Φυσικά η εμφάνιση ενός προσώπου συνδέεται στενά με την ενέργειά του.»

Όσοι τους αντίκρισαν τίποτε δεν είπαν,
μήτε πλησίασαν εκείνη την αθάνατη ταξιαρχία.
Μόνον παραμέρισαν μαζί με τις τροχιές τους
και άφησαν την Ελένη να πει το τραγούδι που δεν πρόλαβε.

Αυτό είναι το αντίδωρο που μας χαρίζουν τα ματωμένα πορτραίτα του Αστερίου, καθώς καρφώνουν το βλέμμα τους επάνω μας και αφοπλίζουν όλα τα επιχειρήματα αυτού του παράξενου αιώνα, που αντίκρισε στην λογική το χέρι που θα τον πάει παραπέρα. Άφησε πίσω του την ανθρωπιά και η Ελένη, στίχος στα μπλουζ της Κομοτηνής ετούτο ακριβώς μας φωνάζει χαμογελαστή πίσω από τις κόκκινες χαραγματιές της. Ο Ζακ, ο Νίκος Τεμπονέρας και όσοι δεν έγιναν ακόμη πορτραίτα συνιστούν εδάφια αυτού του βιβλίου που γράφεται στους πηχυαίους τίτλους των εφημερίδων. Ένας θάνατος είναι το τέλος ενός σύμπαντος και αυτές οι πενήντα αφορμές που πλαγιάζουν επάνω από τα ιερά και τα όσια ενός σπουδαίου Αγώνα θέτουν βαθύ και αναπόδραστο το ζητούμενο της μνήμης. Η σιωπή των προσώπων μες στο τζαμί των Χανίων ουρλιάζει για χάρη της έκπτωτης ανθρωπιάς μας που έπεσε σαν άγγελος πάνω στα σύρματα και έτσι λυπημένη ξεριζώθηκε από τα μεγάλα δικαιώματα αυτού του καιρού.

Η φωνή της χτύπησε επάνω στις καρδιές μας
και τις έκαψε.
Κάποιοι άλλοι έπαιζαν παράμερα
το παιχνίδι του θανάτου
και παρακαλούσαν άλλη άνοιξη
να μην δουν

Σε αυτό το γεμάτο συμβολισμούς και υπενθυμίσεις εικαστικό δρώμενο του ζωγράφου Δημήτρη Αστερίου που δίνει ζωή στο εξαίσιο δείγμα της αρχιτεκτονικής ενός αλλοτινού καιρού, ο σημαντικός δημιουργός αφηγείται ξανά την ιστορία της κρητικής αντίστασης. Το πικρό ποίημα του δικού μας καιρού βρίσκει τους υπόγειους δεσμούς του με εκείνο τον παλιό αγώνα, δίνοντας μια άλλη διάσταση στις πράξεις και τις απώλειες. Οι συλλογικές μας ήττες που εκφράζονται με τις προσωπογραφίες των πρόσφατων θυσιασμένων δεν αφήνουν περιθώρια για παρεξηγήσεις. Και ας γνωρίζει η εποχή μας πως το πεπρωμένο πια δεν λύνεται, υπάρχουν πάντα εκείνες οι προεκτάσεις που κόβουν ίσια την ψυχή μας στα απροσμέτρητα βάθη της και αμήχανους μας αφήνουν εμπρός στην ανθρώπινη τραγωδία αλλά και την συλλογική μας ευθύνη.

σε άλλη θάλασσα από της Κρήτης να μην ταξιδέψουν.
Μονάχα μες στην μελαγχολία του έρωτά της να πνιγούν
άθροισμα πλάι στα ονόματα που έγραψε
μια φορά και έναν καιρό ο χρόνος επάνω στο περιγιάλι της ζωής.

Η έκθεση στο Γιαλισί Τζαμί θα παραμείνει ανοιχτή για το κοινό ως την 30 του Μάη. Αργότερα οι σύγχρονοι άγιοι θα βρουν μια θέση μες στο παρανάλωμα της ψυχής μας. Καθένας τους θα συνεχίσει να φέρνει στην επιφάνεια την αντίληψη και την αίσθηση της ζωής με τον μοναδικό, πειστικό της τρόπο, με την μεγάλη κατάφασή τους.  Και όλοι μαζί, ήρωες αλλοτινοί και μάρτυρες τούτου του καιρού θα κρεμαστούν σαν τάματα, από την αρματούρα των ανθρώπινων αισθημάτων.

Και σβήστηκαν, και σβήστηκαν

[i] «Μαρμαρωμένο σε θωρώ», Λουδοβίκος των Ανωγείων


Α.Θ