
[The nighthawks (1942)]
Σταθήκαμε αντικριστά δίχως μια λέξη
να εκπέσει απ’ τα πληγιασμένα μας χέρια
ποτήρια κι άλλα ποτήρια, κι ένα τασάκι
και κάποιος δίσκος του Mingus να χάνει στροφές
αυλακώνοντας την ερειπωμένη πολιτεία.
Συνήθιζα να σου μιλώ για αξημέρωτα βράδια σε μέρη επαρχιακά
γι’ άκοπα εισιτήρια λεωφορείου
για πράγματα και ορισμούς υποτυπώδεις ή για τον έρωτα
καθώς γίνεται η ανεπαίσθητη παραδοχή της καχεκτικότητάς μας.
Όμως ώρα να πηγαίνω. Δεν έχω πια παρά μόνο
λέξεις που μέσα τους αμύνεται και θηρεύει η ζωή.
[ἐπὶ ψυχὴ Θηβαίου Τειρεσίαο[1]]
Θα’ ρθει κάποτε ένας βόμβος
να σκεπάσει την αμετάκλητη παράλυση της φωνής μας
Θα είναι μια νύχτα γνώριμη σαν παραμιλητό
μέσα απ’ τα βάθη της Τιλφούσσας και θα σταθώ
πάλι εδώ σε τούτα τα ξερά βάραθρα που με στήσατε
να θρηνήσω τη λαλιά των θεοπρόπων.
Θα μπήξω το ραβδί μου στη γη και με μια
πνικτική κλαγγή απ’ τα μάρμαρα και τα κενοτάφια
θα ξεπροβάλλουν σκιές και ινδάλματα ανομολόγητων
χρησμών που θα μας πνίξουν.
Θα είναι κάποτε τα κορμιά μας νήματα πόθου
λυτρωτικού κι απ’ την τυφλότητα των οφθαλμών μου
θα αντηχήσει με θρίαμβο η φωνή του
Ποιητή.
[1] Οδύσσεια, ρ. λ, στ. 90.
Η Σωζία Μακαρατζή γεννήθηκε το 1998, κατάγεται από την Αίγινα και είναι τελειόφοιτη φοιτήτρια της Φιλολογίας του Ε.Κ.Π.Α”